Ὁ τῇ ψυχῆς ῥαθυμίᾳ νυστάξας, οὐ κέκτημαι Νυμφίε Χριστέ, καιομένην λαμπάδα τὴν ἐξ ἀρετῶν, καὶ νεάνισιν ὡμοιώθην μωραῖς, ἐν καιρῷ τῆς ἐργασίας ῥεμβόμενος, τὰ σπλάγχνα τῶν οἰκτιρμῶν σου, μὴ κλείσῃς μοι Δέσποτα, ἀλλ’ ἐκτινάξας μου τὸν ζοφερὸν ὕπνον ἐξανάστησον, καὶ ταῖς φρονίμοις συνεισάγαγε Παρθένοις, εἰς νυμφῶνα τὸν σόν, ὅπου ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων, καὶ βοώντων ἀπαύστως· Κύριε δόξα σοι.
(Ιδιόμελο των Αίνων)
Η Αγία Εκκλησία μας ξανασυγκέντρωσε σε αυτή την Αγία και Μεγάλη Τρίτη, εισάγοντάς μας σε ακόμα ένα μεγάλο μυστήριο. Μας καλεί ξανά να εντρυφούμε στα γεγονότα που ακολουθούν και μας προετοιμάζει έτσι όπως ο Χριστός κάποτε προετοίμαζε τους μαθητές του. Έτσι, την προηγούμενη ημέρα διατήρησε την ανάμνηση της άκαρπης συκής και της εγκράτειας του Ιωσήφ από τον πειρασμό της πορνείας, και σήμερα στις καρδιές και στις σκέψεις μας αντηχεί το ανάγνωσμα για τις πέντε φρόνιμες και για τις πέντε ανόητες παρθένες. Οι μεν φύλαξαν την ψυχική και την σωματική τους καθαρότητα, γεμίζοντας την ζωή τους – τα λυχνάρια τους – με έλεος της αγάπης και της ελεημοσύνης, και οι δε, οκνηρές για κάθε καλό έργο, έξω από τον νυμφώνα έμειναν. Τρέμει η καρδιά μας σε αυτές τις στιγμές.
Τρέμει και αναρωτιέται: «Λάμπει ή σβήνει το λυχνάρι μου; Αγαπάω αρκετά; Δίνω αρκετά; Είμαι έτοιμος να αγκαλιάσω, να συγχωρέσω τα πάντα και τα του καθενός; Έχω καθαρά έργα ελεημοσύνης; Έχω πίστη ενεργή και ελπίδα ακαταίσχυντη; Είμαι άξιος να δω τον Χριστό και με Αυτόν να ενωθώ ή έξω από τον νυμφώνα και εγώ θα μείνω; «Τὸν νυμφῶνά σου βλέπω, Σωτήρ μου κεκοσμημένον, καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ, λάμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς, Φωτοδότα, καὶ σῶσόν με». Αντηχούν αυτά τα λόγια, μαλακώνοντας κάθε πιστή ψυχή. Την βλέπουμε τώρα μπροστά μας την υπερκόσμια ωραιότητά του, το Θείο του Πρόσωπο, αλλά δεν μπορούμε να δούμε τον εαυτό μας εντός του. Δεν μπορούμε επειδή μικρή είναι η αγάπη μας. Επειδή αντί με μετάνοια να καθαρίζουμε τον εαυτό μας, εμείς σπεύδουμε να λερώσουμε το πρόσωπο του πλησίον∙ αντί να τον αγκαλιάσουμε, εμείς μαζί με τον όχλο ανόητα φωνάζουμε: «Σταύρωσον, σταύρωσον!» Αντί χέρι να του δώσουμε εμείς στα χέρια του καρφιά καρφώνουμε.
Και ενώ η καρδιές μας βιώνουν αυτά τα συγκινητικά γεγονότα, δεμένοι στις τελευταίες μέρες από την επίγεια ζωή του Κυρίου μας, καταλαβαίνουμε πως δεν μας μείνει τίποτε άλλο, παρά μόνο να Τον παρακαλούμε επίμονα να μας ξυπνήσει από τον ύπνο της αμαρτίας στον οποίο πέσαμε, να μας ξεπλύνει με το νερό την μετάνοιας, να μας ενδύσει τα φωτεινά ρούχα της πνευματικής χαράς, να μας ενθαρρύνει για έργα της αγάπης και ελεημοσύνης. Να τον παρακαλούμε με την χάρη Του να μας φωτίσει για να μπορούμε τελικά να καταλάβουμε πως όχι εμείς, αλλά Αυτός πρώτος μας δόθηκε, πρώτος μας αποκαλύφτηκε και μας πλησίασε, πρώτος δυνατά μας αγάπησε, πρώτος απερινόητη θυσία στον Σταυρό προσέφερε, για να μας αξιώσει δι΄αυτής μαζί Του να αναστηθούμε, με Αυτόν να ενωθούμε, μαζί του να κοινωνούμε. Από Αυτόν είμαστε, δικοί του είμαστε και σε Αυτόν τώρα ολοκληρωτικά να παραδοθούμε. «ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ».
«Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου, ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου» – ηχεί στις ψυχές η απαλή και κατανυκτική ψαλμωδία στους ιερούς ναούς των Μονών της Μπίγκορσκι, της Ράιτσιτσα και της Πρέτσιστα. Σε αυτή την Μεγάλη και Αγία Τρίτη και εμείς είμαστε μαζί με τον Κύριο, ο οποίος ομιλεί στους μαθητές του. Ανεβαίνουμε στην Αγία Πόλη Ιερουσαλήμ, όπου σύντομα, από τα χέρια των ανθρώπων, θα επιτελεστεί το πιο φρικαλέο γεγονός – η δολοφονία του Δημιουργού του ανθρωπίνου γένους. Να μείνουμε μαζί του και να ακούσουμε τα τελευταία του διδάγματα: «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε!»