Η θαυματουργός εικόνα του Τιμίου Προδρόμου της Μονής Μπίγκορσκι

Στις ιερές εικόνες του Σωτήρος Χριστού, της Θεομήτορος και πάντων των Αγίων, η Εκκλησία Χριστού απόκτησε το ωραιότερο κόσμημα και μ’ αυτές συνεχώς φωτίζεται και πληρώνεται με χάρη. Ο φιλάνθρωπος Θεός ευδόκησε στις αγιογραφικές αποτυπώσεις να βλέπουμε τα χαρισματικά και φωτισμένα πρόσωπα των Αγίων, και σ’ αυτά τα πρόσωπα – την φανερωμένη εικόνα του Θεού και τον ίδιο τον Θεό. Μπροστά σ’ αυτό το θέαμα κατευνάζεται η φλόγα του πάθους και η ματαιότητα του κόσμου τούτου, γνωρίζεται ως κάτι υπερκόσμιο, το οποίο από την ουράνια περιοχή του δρα εδώ, ανάμεσά μας. Ο άνθρωπος απλά δεν πιστεύει τα μάτια του όταν αυτές οι εικόνες μαρτυρούν για την θριαμβευτική, ακαταμάχητη ωραιότητα που εκχέεται από τις ιερές εικόνες.

Η πρόνοια του ελεήμονος Θεού, η οποία κυβερνά τα πάντα και τα κανονίζει για την σωτηρία μας, φρόντισε να έχει και η Ιερά Μονή Μπίγκορσκι μια ιεροπρεπείς και θαυματουργό εικόνα του μεγάλου και ενδόξου Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού του Κυρίου – Ιωάννου, με την οποία, ουσιαστικά, αρχίζει η ιστορία της Μονής.

Η ιερά παράδοση μας διηγείται πως εκείνη την περίοδο στην οποία ο Βασίλειος ο Β΄(976-1025) κυβερνούσε την μεγάλη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ενώ εδώ, στα μέρη αυτά κυριαρχούσε ο τσάρος Σαμουήλ (976-1014), στα όμορφα και μυστικά δάση του όρους Μπίστρα, ευλογημένη από την αόρατη αφή της χείρας του Θεού, ασκήτευε κάποιος ενάρετος μοναχός Ιωάννης, ο οποίος καταγόταν από τα μέρη των Δέβρων (Debar). Αυτός ο όσιος πατήρ ήταν πλήρης με κάθε αρετή, συνετός και σοφός, με φροντίδα για την καθαρότητα και ταπείνωση της καρδιάς, έχοντας συνεχώς στον νου τα λόγια του Κυρίου: «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Μτ. 5,8). Ειδικά μεγάλο σεβασμό έτρεφε προς τον Τίμιο Πρόδρομο και Βαπτιστά του Κυρίου – τον Άγιο Ιωάννη.

Ο μοναχός Ιωάννης και η εμφάνιση της εικόνας του Προδρόμου. Λεπτομέρεια της ζωγραφικής του Μέγα Συνοδικού.

 Μια φορά, εκεί στο δάσος, στο πηγάδι που ήταν κοντά στο ερημητήριό του, ο Ιωάννης είδε κάποιο δυνατό και θαυμάσιο φως ανάμεσα τα δένδρα, σαν να υψώνεται πύρινος κίονας προς τον ουρανό. Αφού την πλησίασε, είδε πως πάνω από το πηγάδι, λουόμενη σε ασυνήθιστη λάμψη, μετεωρίζεται μια εικόνα του Τιμίου Προδρόμου. Ενθουσιασμένος αλλά και κατεχόμενος από δέος, ο Ιωάννης έπεσε στα γόνατα και δόξασε τον Θεό και τον Βαπτιστή του. Μετά, παίρνοντας την εικόνα με δέουσα ευσέβεια και φόβο Θεού, αμέσως φρόντισε να τις κάνει προσωρινό οίκο. Έτσι, ο φιλόχριστος Ιωάννης έκτισε ένα μικρό παρεκκλήσι, στο οποίο τοποθέτησε την εικόνα και καθημερινά με συντετριμμένη καρδιά προσευχόταν και ευχαριστούσε τον Βαπτιστή για το δώρο με το οποίο τον είχε αξιώσει. Πιστεύεται πως αυτή η εικόνα εδώ είχε έρθει από την Ανατολή. Λόγω των εισβολών των Αγαρηνών πολλά μοναστήρια και εκκλησίες λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν, οπότε πολλές εικόνες, μετακινούμενες από ανθρώπους ή αγγέλους, έβρισκαν πιο ασφαλείς τόπους διαμονής. Έτσι και αυτή η ιερά εικόνα του Προδρόμου, με θαυμαστό τρόπο βρέθηκε εδώ.

Ο κτήτορας Ιωάννης Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος. Εικόνα της Λιτής του Καθολικού.

Αργότερα, ο ελεήμων Θεός, ο οποίος αντιδοξάζει αυτούς που τον δοξάζουν στην γη, θέλησε να κάνει τον οσιώτατο μοναχό Ιωάννη ποιμένα των λογικών προβάτων του. Ο Βασιλεύς των Ρωμαίων, Βασίλειος Β΄, έχοντας μάθει για την ιδιαιτέρως ενάρετη πολιτεία του ταπεινού ασκητή, το 1018 τον έκανε Αρχιεπίσκοπο της ενδόξου Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, για να κυβερνά την ποίμνη του Χριστού. Ο φιλομόναχος Ιωάννης υποτάχθηκε στο θέλημα του Θεού και έλαβε το υψηλό βαθμό της ιεροσύνης, όμως με κανένα τρόπο δεν ξέχασε το ήσυχο και αγαπητό τόπο της μετάνοιάς του. Πλήρης αγάπης και ευγνωμοσύνης προς τον Πρόδρομο του Χριστού, εκεί, το 1020 έκτισε ναό στο όνομά του και μετάφερε εκεί την θαυματουργό εικόνα. Πολλοί μοναχοί έσπευδαν για να εμποτιστούν από την χάρη του Κήρυκος της Χάριτος, και πολύ σύντομα εκεί συλλέχθηκε μεγάλη μοναχική αδελφότητα. Έτσι, ο μακάριος πατήρ ημών Ιωάννης ο εκ Δεβρών, Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος, έγινε ο πρώτος κτήτορας της Ιεράς Μονής Μπίγκορσκι.

Ο κτήτορας Ιωάννης, ως Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος ευλογεί την πρώτη αδελφότητα και την ανοικοδόμηση της Μονής. Λεπτομέρεια της ζωγραφικής του Μέγα Συνοδικού.

Ανά τους αιώνες, το αγιοπατερικό μοναχικό πνεύμα, το οποίο από την ανέγερσή της Μονής εμπλούτιζε τα μέρη αυτά, γέννησε πολλούς πνευματικούς ηγέτες, οσίους γέροντες και αγνώστους Αγίους, των οποίων τα κατορθώματα τους παρομοίασαν με τον Σωτήρα μας. Γι’ αυτό, ολόκληρη η ιστορία της Μονής, οι ρασοφόροι, οι τοιχογραφίες, οι εικόνες, όλα όσα υπήρχαν μέσα και δημιουργήθηκαν, όλα όσα είναι παρελθόν και παρόν του, ψιθυρίζουν για το αδιάλειπτο πόθος για τον Θεό. Αυτό το πόθος, η άσβεστη αγάπη του Θεού, έκαναν αυτό τον τόπο να ακτινοβολεί χάρη και καθένας ο οποίος πατούσε τις ηγιασμένες λιθόστρωτες αυλές του, δεν μπορούσε να μην αισθανθεί την παρουσία του Θεού. Ακριβώς γι’ αυτό, από αρχαία χρόνια η Μονή συνέχεια έλκυε τους κοσμικούς, γίνοντας έτσι αγαπητό σκήνωμα του Θεού για όλους τους Ορθοδόξους Χριστιανούς της περιοχής, αλλά και για τους αλλόπιστους.

Η σημερινή μορφή της Μονής.

Στην ιστορία της υπάρξεώς της, η Μονή επιβίωσε πολλές συμφορές. Μεγάλη ζημιά έπαθε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όταν καταστράφηκε μερικές φορές. Ειδικά μεγάλη καταστροφή έτυχε στα χρόνια του ανηλεούς σουλτάνου Σελίμ Α΄ (1512-1520), όταν εξολοθρεύθηκε μέχρι τα θεμέλια. Όμως, ο Τίμιος Πρόδρομος δεν άφησε την εικόνα του να σαπίσει. Δύο φορές όταν ερήμωσε το μοναστήρι, η εικόνα με θαυμαστό τρόπο απομακρυνόταν και πήγαινε σε άλλο τόπο, για να μη πέσει στα χέρια των αθέων, και όταν ο κίνδυνος σταματούσε, αυτή επέστρεφε. Την πρώτη φορά πήγε σε ένα μοναστήρι ανάμεσα των πόλεων Στρούγκα και Δέβρες, όπου και σήμερα υπάρχει ναός με το όνομα του Τιμίου Προδρόμου, και αυτός αποκαλούμενος «Μπίγκορσκι». Την δεύτερη φορά, η εικόνα βρήκε καταφύγιο στο χωριό Σλάτινο, στη περιοχή Ντέμπαρτσα, όπου επίσης υπάρχει ναός με το όνομα του Αγίου Ιωάννου. Η μεγάλη αναστήλωση της Μονής Μπίγκορσκι άρχισε στα χρόνια της ηγουμενίας του Ιλαρίωνος (1743-1781/2), όταν ανθούσε ο μοναχικός βίος.

Η εξολόθρευση της Μονής από τους Οθωμανούς Τούρκους, στα χρόνια του Σελίμ Α΄. Λεπτομέρεια της ζωγραφικής του Μέγα Συνοδικού.

Η τοποθέτηση της Μονής είναι τέτοια που αυτή βρισκόταν στο πιο επικίνδυνο μέρος της χώρας, γεμάτο με ληστές. Στα χρόνια εκείνα υπέστη πολλούς εκφοβισμούς, τους οποίους ξεπέρασε, χάρη μόνο στα θαύματα του Τιμίου Προδρόμου.

Το 1814 έγινε ένα μεγάλο θαύμα: ενάντια της Ιεράς Μονής σηκώθηκε κάποιος δυνάστης, ο οποίος είχε σκοπό να το ρημώσει και να κτίσει τεκέ. Ήταν ο μπέης των Δέβρων, ο Ιουσούφ. Όμως, τη 8 Σεπτεμβρίου, ο Ιουσούφ-μπεης τραυματίστηκε και τη 21 του μηνός πέθανε. Όταν τον έθαβαν, από τον ουρανό έπεσε πολύ ισχυρό χαλάζι, με φρικτούς κεραυνούς, που σκοτώθηκαν είκοσι άτομα από τους δικούς του. Εκφοβισμένοι, οι υπόλοιποι Αγαρηνοί έφυγαν. Έτσι, με την προστασία του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστή, η Μονή σώθηκε από απώλεια.

Στα μέσα του 19ου αιώνος, ο Τίμιος Πρόδρομος βοήθησε κάποιον Τούρκο μπέη από την Αλβανία, ο οποίος είχε άρρωστο παιδί. Εμφανίστηκε στον ύπνο του και τον κάλεσε στο μοναστήρι, να λούσει το παιδί με το νερό από το πηγάδι. Ο μπέης υπάκουσε και μαζί με το παιδί ήρθε στο μοναστήρι και έκανε όπως του ειπώθηκε. Και, ιδού το θαύμα! Το παιδί έγινε ολοτελές υγιή! Στην εικόνα της Μονής ο μπέης γνώρισε τον ευεργέτη του, τον Τίμιο Πρόδρομο, και από ευγνωμοσύνη του δώρισε τους ελαιώνες του κοντά στο Ελμπασάν. Επί πολλά χρόνια το μοναστήρι λάμβανε λάδι από τα κτήματα αυτά. Στην δεκαετία του 1930, όμως, ο ιερέας Αθανάσιος, ο οποίος ορίστηκε από το Σερβικό καθεστώς ως προϊστάμενος της Μονής, πώλησε αυτά τα κτήματα.

Άλλη φορά, Αλβανοί ληστές λεηλάτησαν το καραβάνι από μουλάρια, που έφερνε τρόφιμα στην Μονή. Μετά από το έγκλημα αυτό, ο ηγέτης των κακοποιών αρρώστησε βαριά. Εκφοβισμένος από την τιμωρία για την αμαρτία αυτή, και θεωρώντας την αρρώστια ως επίπληξη από τον Θεό, άφησε το καραβάνι και τους ανθρώπους να συνεχίσουν, και επιπλέον δώρισε μεγάλη ποσότητα λαδιού στο μοναστήρι. Από τότε, κανένας δεν είχε τολμήσει να βλάψει ούτε τους ανθρώπους, ούτε τα κτήματα της Μονής. Η Μονή είχε τύχει μεγάλο σεβασμό από τους αλλοθρήσκους, επειδή η πόρτα της ήταν ανοιχτή μέρα-νύχτα για όλους που κατέφευγαν, αδιακρίτως πίστεως ή έθνους. Όλοι έβρισκαν ασφάλεια και παρηγοριά στον οίκο του Προδρόμου.

Η τραπεζαρία της Μονής στην δεκαετία του 1960, μετά από την διακοπή του μοναχικού βίου.

Όμως, η άθεη περίοδο του κομμουνισμού έφερε ξέχασμα και ερήμωση. Μετά από μερικές δεκαετίες χωρίς την χάρη των ακολουθιών και του μοναχικού βίου, το ιερό αυτό παραδόθηκε στα φρικτά δεδομένα της σιωπηλής και αργής παρακμής, υποβαθμισμένο σε απλή λειτουργία ως μουσείο νεκρών αντικειμένων. Έπρεπε να περάσουν χρόνια πριν δημιουργηθούν συνθήκες για την ανάστασή του.

Στιγμιότυπο από την μοναχική κουρά του αναστηλωτού της Μονής Μπίγκορσκι, Αρχιμανδρίτου Παρθενίου.

Τελικά, με το θέλημα του Θεού και με την ευλογία του φιλομόναχου Μητροπολίτου Δέβρων και Κιτσέβου κ. Τιμοθέου, ο μοναχικός βίος στη Μονή Μπίγκορσκι ανακαινίστηκε στον μήνα Ιούλιο του 1995, όταν ο π. Παρθένιος, μετά από την επιστροφή του από το Άγιο Όρος, ορίστηκε ως προϊστάμενος της νεοσύστατης Μονής Μπίγκορσκι.

Ο νέος ηγούμενος, ο Αρχιμανδρίτης Παρθένιος, βρήκε την Μονή πνευματικά νεκρή, ερειπωμένη και από την αρχή αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες στην διαδικασία της πνευματικής αναβιώσεως του ιερού τούτου. 

Ο νέος ηγούμενος

Όμως, επιστάμενος πως ο μοναχός βρίσκει την πραγματική Θεία αγάπη μέσα στον πόνο για σωτηρία της ψυχής του και στον πόνο για την σωτηρία ολοκλήρου του κόσμου, αυτός αποφάσισε να διακονεί τους άλλους, παρά των μεγάλων πειρασμών. Γνωρίζοντας πως η πνευματική αναβίωση της κάθε Μονής αρχίζει, πρώτα απ’ όλα με την ανακαίνιση της λειτουργικής ζωής, ο Ηγούμενος Παρθένιος εισήγαγε τον τακτικό κύκλο των ακολουθιών του νυχθημέρου, της εβδομάδος και του ενιαυτού, κατά το τυπικό της Ανατολικής Εκκλησίας, το οποίο περιλαμβάνει τον Εσπερινό, το Απόδειπνο, το Μεσονυκτικό, τον Όρθρο, τις Ώρες, την Θεία Λειτουργία και τις υπόλοιπες ακολουθίες. Βέβαια, το ιδιαίτερο δώρημα και ευλογία του Θεού για την Ιερά Μονή μας είναι και η ορθόδοξος διδασκαλία της πνευματικής γεροντίας ή πατρότητος, το οποίο είναι το στεφάνι του πνευματικού αγώνος. Η πνευματική καθοδήγηση του Γέροντος, μέσα στα ιερά μυστήρια της εξομολογήσεως και μεταλήψεως, είναι η καρδιά του πνευματικού βιώματος, από την οποία πηγάζει η θεία χάρη της Αναστάσεως, η οποία μεταμορφώνει τις ψυχές των ανθρώπων. Όλο αυτό έθελξε πολυάριθμους πιστούς, οι οποίοι, μαζί με το κοινοβιακό μοναχισμό, έγιναν μέρος της πνευματικής αναγέννησης που έζησε ολόκληρη η Πατρίδα μας. Έτσι, το μοναστήρι και σήμερα, σαν φιλότεκνη μητέρα, πάλι συγκαλεί όλα τα τέκνα και, σαν την κιβωτό του Νώε, ανοίγει τις πόρτες τις για να σώσει τους πιστούς από τον πνευματικό καταποντισμό. Ο καθένας που έρχεται εδώ είναι καλεσμένος να γίνει μέτοχος αυτού του πνευματικού περιβάλλοντος, όπου βασιλεύει η κεφαλή – Χριστός – και όπου κατεβαίνουν τα δοξασμένα μέλη του, οι Άγιοι, για να κοινωνούν με τους πιστούς στην Θεία Λειτουργία. 

Η αδελφότητα της Μονής σήμερα.