Η Μοναχική καθημερινότητα

 

ΜΟΝΑΧΟΣ, στὸν κόσμο ἀπὸ τὸν κόσμο καθαρός,
χωρὶς διακοπὴ μιλάει μὲ τὸν Θεὸ μόνο,
ἀπὸ Ἐκεῖνον βλέπεται Ἐκεῖνον βλέποντας,
ἀπὸ Ἐκεῖνον ἀγαπιέται Ἐκεῖνον ἀγαπώντας,
γίνεται Φῶς μυστικὰ φωτιζόμενος.
Τὸν ἐπαινοῦν καὶ νοιώθει φτωχότερος.
Ἂν δικό τους τὸν νόμισαν, εἶναι σὰν ξένος κοντά τους. 

 

Θαῦμα ξένο τελείως καὶἄφραστο!
Γιὰ πλοῦτο ἄπειρο εἶμαι φτωχός,
μοιάζω ἄπορος, πολλὰ κατέχοντας
καὶ λέω : διψάω γιὰ πλῆθος ὑδάτων
ἀλλὰ ποιός θὰ μοῦ δώσει ὅ,τι ἔχω ἄφθονο.

 

Αγ. Συμεών Νέος Θεολόγος, Ύμνοι Θείων Ερώτων, Ύμνος Γ΄

Η ζωή στο κοινόβιο αποτελεί εικόνα της αγγελικής πολιτείας στον ουρανό. Οι μοναχοί διψούν για την ζωή αυτή και ονομάζονται διακονητές της θείας οικονομίας, εξαιτίας της καθαρότητας με την οποία υπηρετούν τον Τριαδικό Θεό. Ο κάθε μοναχός εργάζεται, κοπιάζει, αγωνίζεται με το σώμα και με την ψυχή και για αντάλλαγμα παραλαμβάνει ταπείνωση της καρδιάς. Ο μοναχός με μεγάλη αγάπη λειτουργεί, προσεύχεται, ψάλλει, ακούει τα ζωοποιά λόγια των ψαλμών και τρέφεται με την Θεία Ευχαριστία, με το άχραντο Σώμα και το τίμιο Αίμα του ενσαρκωμένου Λόγου του Θεού.

Η μοναστική ζωή στην Μονή Μπίγκορσκι είναι καθορισμένη με τυπικό, το οποίο ο Ηγούμενος Παρθένιος έλαβε από τον Γέροντά του – τον αείμνηστο Αρχιμ. Γεώργιο Γρηγοριάτη. Στις 4μμ, ο ήχος της καμπάνας προαναγγέλλει την έναρξη του Εσπερινού. Ο Εσπερινός αρχίζει με την Ενάτη ώρα, όταν ο Κύριος Ιησούς Χριστός γεύτηκε τον θάνατο και ο ληστής έκανε αυτό που ήξερε καλύτερα – έκλεψε τον Παράδεισο με τα λόγια: «Μνήσθητί μου Κύριε…» και πρώτος κατοίκησε την Βασιλεία των Ουρανών. Πρώτα, οι μοναχοί προσκυνούν τις αγίες εικόνες και αναλαμβάνουν τις θέσεις τους, τα στασίδια, τα οποία ως ανοιχτοί τάφοι δέχονται αυτούς τους οποίους επέλεξαν την ζωή της σταύρωσης. Σύντομα μετά, ακούγονται οι στίχοι του Ψαλμού για την Δημιουργία του κόσμου, με τον οποίο ξεκινάει ο Εσπερινός. 

«Κύριε, εκέκραξα προς σε. Εισάκουσόν μου Κύριε!» Και εδώ, σαν να αντηχεί το ο θρήνος της μετάνοιας του Αδάμ μπροστά στον χαμένο Παράδεισο. Οι προσευχές που πηγάζουν από τις καρδιές των μοναχών, των προσκυνητών και των πιστών, αναμειγνύονται μαζί με την ψαλμωδία των ψαλτών, αιτώντας βοήθεια από το ελεεινό χέρι του Θεού, της Παναγίας, των αγγέλων και των αγίων, οι οποίοι πρεσβεύονται γι’ αυτούς που αγωνίζονται πνευματικά.

Μετά την κοινή ακολουθία, οι μοναχοί συνάγονται στην τράπεζα. Την πρώτη θέση αναλαμβάνει ο ηγούμενος, και αμέσως μετά, όλοι οι μοναχοί, με την πρεσβεία της μοναχικής κουράς. Η τράπεζα, παρ’ όλο που έχει τυπικότητα, είναι σεμνή. Οι μοναχοί στο κοινόβιο δεν τρώνε κρέας ποτέ, ενώ στις νηστίσιμες ημέρες – Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή, νηστεύουν χωρίς λάδι. Την ώρα του γεύματος δεσπόζει ησυχία. Ακούγεται μόνο η φωνή του μοναχού που διαβάζει τον βίο του αγίου της ημέρας ή κάποιο άλλο διδακτικό κείμενο των παλαιών ή νέων πατέρων.

Η ημέρα τελειώνει με το Απόδειπνο, όταν διαβάζονται και οι Χαιρετισμοί της Παναγίας μπροστά στην εικόνα της. Στο δείλι της εκκλησίας βλέπονται μόνο τα αναμμένα καντήλια και ακούγεται το χαρούμενο επιφώνημα του αναγνώστη: «Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε!» Η ακολουθία αυτή ορίζει το τέλος της ημέρας που πέρασε, με το προσκύνημα των εικόνων και μια τελική ευλογία από τον Ηγούμενο. Και ενώ ο ήλιος βιάζεται προς την Δύση, οι μοναχοί στα κελιά τους δίνουν λογαριασμό στον Θεό για τους λογισμούς και τα έργα τους, λούζοντας με δάκρυα όλα τα ίχνη που αποτύπωσε η αμαρτία στις καρδιές τους καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας που πέρασε.

Περνώντας τη νύχτα με την μνήμη του Θεού και προσευχή, οι μοναχοί χαιρετούν την καινούρια μέρα με το τροπάριο: «ξεγερθέντες το πνου, προσπίπτομέν σοι, γαθέ, κα τν γγέλων τν μνον βομέν σοι, Δυνατέ· γιος, γιος, γιος ε Θεός· δι τς Θεοτόκου λέησον μς.»

Είναι 5 η ώρα το πρωί και το πρωινό σήμαντρο καλεί στην εκκλησία. Ώρα για: «Δξα τ γα, κα μοουσω, κα ζωοποι, κα διαιρτω Τριδι» – η αρχή του Εξάψαλμου. Αυτές είναι οι αγιότατες στιγμές στον Όρθρο. Αυτή είναι η ώρα της Δίκαιας Κρίσης του Θεού και ευλογημένοι είναι αυτοί που έχουν το φως των αρετών, επειδή θα παραμείνουν στο ανέσπερο φως. «Θεὸς Κύριος καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου». Καθίσματα, ψαλμοί, τροπάρια και κανόνες αφιερωμένοι στους αγίους της ημέρας, αυτοί οι οποίοι με την πίστη και την αγάπη τους παρέδωσαν την ζωή τους σ΄Αυτόν που είναι ζωή και αγάπη – ο Κύριος Ιησούς.

Η ακολουθία τελειώνει με την Θεία Λειτουργία, η οποία είναι στεφάνι των προσευχών του νυχθημέρου. Αυτή σαν να εκρέει ταπείνωση διά των αγαθών και ικετευτικών φωνών των ψαλτών και ιερέων. Μέσ’ από το Άγιο Ποτήριο, ο Κύριος καλεί τους πάντες για να είναι συμμέτοχοι του Μυστικού Δείπνου Του, αλλά προειδοποιεί: «Καθαρίστε τις καρδιές σας δια της μετανοίας, εξομολογείτε τις αμαρτίες σας στον Δεσπότη». Μόνο αυτοί που προσέρχονται με καθαρή συνείδηση στο Σώμα και στο Αίμα του Χριστού, μπορούν να αποκτήσουν ζωή στον Χριστό.

Ο χρόνος στη Μονή περνάει γρήγορα. Είναι θαύμα πραγματικό πως οι νύχτες αντικαθιστούν τις μέρες και έρχεται το τέλος της εβδομάδας. Όταν ο μοναχισμός βιώνεται πραγματικά, τότε αυτός είναι η ζωή που ξεπερνά τους φυσικούς νόμους, είναι πραγματικό μαρτύριο. Για αυτό, ο Θεός ο Οποίος υπάρχει αιώνια, γι’ αυτή τη προσωρινή και σύντομη μαρτυρική ζωή δίδει στους μοναχούς την ελπίδα για την αιωνιότητα και την ανάσταση. Ο κάθε μοναχός ζει για την ανάσταση. Γι’ αυτό, το Πάσχα είναι η αγιότατη και η πιο πανηγυρική εορτή στο μοναστήρι, όταν όλα αναπνέουν την Ανάσταση του Χριστού. Και όπως ψάλλεται στην αναστάσιμη ακολουθία: «Πάσχα Κυρίου, Πάσχα, και πάλιν ερώ Πάσχα τιμή της Τριάδος… Πάσχα διάβασις από του σκότους εις φως. Πάσχα εξέλευσις από του άδου εις γην. Πάσχα ανάβασις από της γης εις τους ουρανούς. Πάσχα μετάβασις από θανάτου εις την ζωήν… Πάσχα πιστών η όντως ζωή…Τούτο και γαρ ψυχών η αναψυχή… τούτο ομμάτων ο  φωτισμός, τούτο λαρύγγων ο γλυκασμός, τούτο θυμηδία… τούτο είρηνη, τούτο χαρά.» (Νικοδήμου Αγιορείτου, Ερμηνεία εις την Α΄ Ωδήν του Κανόνος του Πάσχα.)

Στην ζωή του, μέρα και νύχτα, ο μοναχός απομακρύνεται από τα γήινα και υψώνεται προς τα ουράνια. Είναι θαυμαστός τρόπος αναλήψεως. Παρ’ όλο των πολλών κοσμικών μεριμνών, που είναι παγίδες για τον μοναχό, αυτός ζει μια ζωή που κινείται προς υψηλότερους πνευματικούς στόχους. Η ακτημοσύνη, η παρθενία και η υπακοή είναι αμετάβλητοι στόχοι του κάθε μοναχού, ο οποίος αγωνίζεται να τους αποκτήσει με την προσευχή, εργασία και νηστεία.

Η εργασία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του κάθε μοναχού. Ο ένας δουλεύει στο χωράφι, ο άλλος στον κήπο, ο τρίτος στο μαγειρείο, ο τέταρτος κτίζει… Όποιο διακόνημα και να έχει ο μοναχός, αδιαλείπτως καλεί τον Νυμφίο Χριστό, άφωνα λέγοντας: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με!»

Ενώ αδιαλείπτως ρέει η ευχή, όλη η φύση γύρω από του μοναστήρι του Προδρόμου με τα ψηλά δένδρα σαν οδοδείκτες προς τον ουρανό, μαζί με τις βρύσες, τα δάση και το ποτάμι ψιθυρίζουν: «Αλληλούια». Και όπως ήταν ανέκαθεν, από τον θόλο του καθολικού, που προεξέχει από την πρασινάδα, ο Παντοκράτωρ δεν παύει να ευλογεί και να δίνει ανάπαυση στους ζώντες και στους κεκοιμημένους και παρηγοριά και ελπίδα στο ανθρώπινο γένος.