Για την βασιλίδα των πόλεων στην Μονή Μπίγκορσκι

Ιερά Μονή Μπίγκορσκι

Κανένα τοπωνύμιο στην ιστορία του κόσμου δεν περιέχει τέτοια δόξα, τέτοιο θαυμασμό, υπεροχή και μυστικό, όπως η περίπτωση της Αγίας Πόλης Ιερουσαλήμ και η Βασίλισσα των πόλεων – Κωνσταντινούπολη. Η πρώτη ήταν μάρτυρας των πιο σωτήριων γεγονότων για την ανθρωπότητα και της αρχής της παρά Θεού αποκαλυφθείσας χριστιανικής πίστης, και στην δεύτερη, αυτή η πίστη έλαβε την πιο λαμπρή της έκφραση και πιο εξυψωμένη δόξα. Η Κωνσταντινούπολη, η πόλη του Αγίου βασιλέως Κωνσταντίνου, η πόλη αφιερωμένη στην Υπεραγία Θεοτόκο, η πόλη των Αγίων, πάνω στους οποίους δρόμους κάποτε περπατούσαν ένδοξοι και άγιοι βασιλείς, στους οποίους ναούς κήρυτταν οι πιο θεόσοφοι πατριάρχες, στα οποία μοναστήρια αγωνιζόταν οι πιο όσιοι μοναχοί, έγινε απαρχή και εικόνα για όλες τις χριστιανικές κοινωνίες, το επίκεντρο από όπου σε όλες τις τέσσερες πλευρές ακτινοβόλησαν τις ακτίνες του Ευαγγελίου του Χριστού, η πρωτεύουσα της ορθόδοξης σκέψης, φιλολογίας, καλλιτεχνίας και πολιτισμού. «Η βασίλισσα των πόλεων», η Πόλης που ιδρύθηκε από τον Άγιο Ισαπόστολο Βασιλέα Κωνσταντίνο τον Μέγα, «η Πόλης των Αγίων», «των Χριστιανών το καύχημα, των Ορθοδόξων η δόξα», «ο φωστήρας του κόσμου» και «η αγαλλίαση όλης της γης», περισσότερο από 11 αιώνες ήταν κέντρο ενός εξυψωμένου Χριστιανικού πολιτισμού, το οποίο φύτρωσε σε αρχαίο έδαφος, μέσα του ενσωμάτωσε και την ανατολική κουλτούρα και όλο το πνευματοποίησε με την πίστη του Χριστού, φέρνοντας υπέροχους πνευματικούς καρπούς – Θεολογία, Λατρεία, φιλοσοφία, επιστήμη, τέχνη, μεγάλο φάρος τόσο για την Ανατολή όσο και για τη Δύση. Και ακριβώς για αυτόν τον λόγο, ούτε η Ανατολή ούτε η Δύση πρέπει να ξεχάσουν αυτό το λίκνο του πολιτισμού, από το οποίο συνεχίζουν να επωφελούνται μέχρι σήμερα.

Η Βασιλίδα όλων των πόλεων, η Πόλη που ίδρυσε ο Άγιος ισαπόστολος Αυτοκράτορας Μέγας Κωνσταντίνος, η Πόλη των Αγίων, η έδρα των Οικουμενικών Συνόδων, η δόξα των Χριστιανών, το καύχημα των Ορθοδόξων,  ο φωτισμός του κόσμου και χαρά ολόκληρης της γης, για περισσότερους από 11 αιώνες ήταν το κέντρο μιας εξυψωμένης χριστιανικής κοινωνίας, που αναπτύχθηκε σε αρχαίο έδαφος, περιέλαβε τον ανατολικό πολιτισμό και τον πνευματοποίησε όλο με την πίστη του Χριστού, αποδίδοντας υπέροχους πνευματικούς καρπούς – θεολογία, λατρεία, φιλοσοφία, επιστήμη, τέχνη, λογοτεχνία.

Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 1453

Η Κωνσταντινούπολη έπεσε, αλλά όχι η ιδέα γι’ αυτή. Διότι το πνεύμα της, το πνεύμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας συνεχίζει να ζει ανάμεσα σε όλα τα έθνη που συνδέονται πνευματικά με τον πολιτισμό της, όχι μόνο στους Ορθόδοξους στην Ανατολή, αλλά και στα δυτικά έθνη που οφείλουν πολλά στην αυτοκρατορική Πόλη για την πρόοδό τους και τον πολιτισμό. Η πολιτιστική και πνευματική μας κληρονομιά, από την άλλη πλευρά, προέρχεται άμεσα από αυτήν την ανατολική ρωμαϊκή πολιτιστική κοινοπολιτεία και ως αναπόσπαστο μέρος της, συνεχίζει να ζει με την κληρονομιά αυτού του ιερού πλούτου. Αυτό δείχνει και η ιστορική απόφαση της 9ης Μαΐου 2022, με την οποία η Πρωτόθρονη Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, αγκάλιασε την ιερά μας Αρχιεπισκοπή Αχρίδος σε ευχαριστιακή και κανονική ενότητα με ολόκληρη την Ορθοδοξία. Σήμερα λοιπόν, 571 χρόνια μετά τη φυσική άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς, η Ιερά Μονή Μπίγκορσκι θυμήθηκε ξανά με ευγνωμοσύνη και προσευχή την Πόλη από όπου ο λαός μας έλαβε τον άγιο φωτισμό και προσευχήθηκε για την ανάπαυση όλων όσων έπεσαν στα τείχη της Κωνσταντινούπολης, υπερασπίζοντας τα Άγια και μαρτυρώντας για τη σωτήρια ορθόδοξη πίστη.

Σε αυτούς, και σε όλους του υπόλοιπους που έθεσαν τις ζωές τους για την μόνη αληθινή Θεία Αποκάλυψη, ας είναι αιωνία η μνήμη αυτών!

Εμείς οι Ορθόδοξοι, λοιπόν, δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε την Πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου, την Πόλη της Υπεραγίας Θεοτόκου, την Πόλη των αμετρήτων Αγίων, όπου εδραιώθηκε η σωτήρια πίστη και από όπου έλαμψε η Ορθοδοξία για πολλούς λαούς και περιοχές. Και το ίδιο το γεγονός ότι η Μήτηρ Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο υπάρχει ζωηρώς εκεί μέχρι σήμερα, μαρτυρεί ότι η Πρόνοια του Θεού ίδρυσε εκείνο το Κέντρο της οικουμενικής Ορθοδοξίας και ότι η χάρη του Θεού το συντηρεί και το φροντίζει. Κάποιοι ήθελαν να τον ταπεινώσουν και να το στερήσουν τις ένδοξες θέσεις του, πρώτα απ᾽ όλα την θαυμάσια Αγία Σοφία, και τον μετέφεραν επιτέλους, όχι χωρίς τη γνώση και την πρόνοια του Θεού, στη γειτονιά που λέγεται Φανάρι, απ’ όπου συνεχίζει να τους φωτίζει ιλαρώς όλους με πνεύμα και αλήθεια. Η Μήτηρ Θεού δεν έχει ξεχάσει την Βασιλίδα των πόλεων· οι Άγιοι δεν ξέχασαν την Πόλη των Οικουμενικών Συνόδων, αλλά ακόμη και σήμερα προστατεύουν την κληρονομιά τους σε αυτήν και καλούν εμάς, τα τέκνα τους, όλους τους Ορθοδόξους, να ενωθούμε γύρω από τον Πρώτο Θρόνο της πίστεως και του πολιτισμού μας και να τον σεβόμαστε και να τον στηριζόμαστε, αποκτώντας με αυτόν τον τρόπο την ευλογία παρά της επουρανίας Πόλεως των Αγίων. Η ενοποίηση στην πίστη του Ευαγγελίου και στην παράδοση των Πατέρων είναι μια από τις πτυχές της καθολικότητος, θα έλεγα – η ποιότητά της, αλλά και προϋπόθεση. Μόνο αυτός που μαζεύει, που προσπαθεί να φέρει τους απομακρυσμένους και χωρισμένους στο ποίμνιο του Χριστού, μόνο αυτός που θεραπεύει τις πληγές σύμφωνα με τις θεραπείες που υποδεικνύουν οι Πατέρες της Εκκλησίας – μόνο αυτός χτίζει, ανανεώνει και ενώνει. Πράττει τα έργα του φωτός, που ταυτόχρονα φέρνουν στο φως τα έργα του σκότους, που στέκονται απέναντι. Αναρωτιέμαι, όταν σήμερα προσπαθώ με τις μέτριες δυνατότητές μου να κρίνω τα γεγονότα στον κόσμο και στην Εκκλησία, αν άλλαξε ο χαρακτήρας του Χριστιανού, χάνοντας τον Χριστό; Έχει χάσει τη συμπόνια, την ανάγκη του γενικού κοινού και την ανάγκη του κάθε αδελφού ξεχωριστά όταν υποφέρει; Χρησιμοποιούμε την ευκαιρία όταν κάποιος πιέζεται από το βάρος του ζυγού, για να πραγματοποιήσουμε κάποιες επιθυμίες και ιδέες μας, που είναι φιλοπαθείς, αυταρχικές και μάταιες; Όμως ο Κύριος δεν μας επιτρέπει ποτέ να μείνουμε χωρίς ελπίδα, αλλά μας καλεί να υπομείνουμε μέχρι το τέλος, γιατί είναι δικό μας να «στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου», ενώ Αυτός αναπληρώνει τις αδυναμίες και αποκαθιστά τη δικαιοσύνη.

Και πράγματι, δεν είναι η Κωνσταντινούπολη ο ακρογωνιαίος λίθος του ορθοδόξου πολιτισμού μας; Κούνια στην οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε η Ρωμηοσύνη, αυτό το εθνικά ακατάληπτο σύνολο, όχι μόνο ως ιστορικό φαινόμενο, αλλά ως ζωντανή και αιώνια συγκινητική ύπαρξη του αδιαρρήκτου πνεύματος της Ορθοδοξίας, συνυφασμένη με την ανθρώπινη ακμή στο μεγαλειώδες και το όμορφο. Το έπος της Ρωμηοσύνης δεν περιορίζεται στα χρονικά της ιστορίας. Είναι μια ζωντανή, παλλόμενη παρουσία που αντηχεί στην καρδιά κάθε Ορθοδόξου, ανεξάρτητα από την τρέχουσα εθνικότητά του, ενσαρκώνοντας τη σύνθεση της χριστιανικής πίστης και της σοφίας και της εμπειρίας των αιώνων. Αυτή η διαρκής κληρονομιά, σφυρηλατημένη στο χωνευτήρι των θλίψεων, πειρασμών, προκλήσεων και θριάμβων, χρησιμεύει ως φάρος, που καθοδηγεί τον ορθόδοξο άνθρωπο στις μεταβλητότητες της ιστορίας. Η ουσία της Ρωμηοσύνης ξεπερνά τα ίδια τα γεωγραφικά και χρονικά όρια, προσωποποιώντας την αιώνια αναζήτηση της αληθείας, της ομορφιάς και της αρετής. Η κληρονομιά της Ρωμηοσύνης στέκεται επίσης ως μνημείο της ικανότητος του ανθρωπίνου πνεύματος να αντέχει, να προσαρμόζεται και να ακμάζει μέσα στην μεταβαλλόμενη άμμο του χρόνου. Ο πλούτος αυτής της κληρονομιάς, που περιέχεται στη λατρεία, την τέχνη, τη φιλοσοφία, την αισθητική και τη συναναστροφή, προσφέρει μια πηγή σοφίας και έμπνευσης για την πλοήγηση στην πολυπλοκότητα του σύγχρονου κόσμου. Είναι μια κληρονομιά που καλεί όλους τους Ορθοδόξους να ζήσουν σύμφωνα με τις αξίες της πίστεως, της ελπίδος και της αγάπης, καλλιεργώντας μια αίσθηση ενότητος και σκοπού που υπερβαίνει τις ατομικές και συλλογικές προκλήσεις, αλλά ταυτοχρόνως διατηρεί την αυθεντικότητα και τη μοναδικότητα του καθενός εξίσου, ενσωματώνοντας τη διαφορετικότητα σε έναν γενικό πλούτο πολιτισμού και ομορφιάς. Ως εκ τούτου, είναι επιτακτική ανάγκη να αναγνωρίσουμε ότι η πραγματική δύναμη της Νέας Ρώμης δεν βρίσκεται στη σφαίρα της προσωρινής δυνάμης ή στην παγκόσμια αναγνώριση, αλλά στο βάθος της πνευματικής και πολιτιστικής της κληρονομιάς, στην ευλογία και την αγιότητά της, και κυρίως, στη σταυροαναστάσιμη μαρτυρία της. Γιατί ποιο είναι το υψηλότερο εύρος στην πνευματική βιογραφία, αν όχι το ταπεινό μαρτύριο που ξεπερνά κάθε ανθρώπινη λογική και ξεπερνά τις δυνάμεις; Τότε συνειδητοποιούμε πραγματικά πόσο πολύ μας αγαπά ο Θεός, αλλά πόσο εμείς, επιμένοντας στο κατόρθωμα, Του αποδεικνύουμε ότι η καρδιά μας είναι ο θρόνος Του. Θα τελειώσω αυτή την σκέψη με το επιφώνημα του σημερινού Πατρός της Ρωμηοσύνης, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου: «Συ δε, φιλτάτη Ρωμηοσύνη, βάστα γερά το μαφόρι της Παναγιάς μας, και ακολούθα τα βήματά Της εις το Πραιτώριον, εις το μαρτύριον, εις τον Σταυρόν, εις την Αποκαθήλωσιν και τον Τάφον. Πριν καν να ξημερώση η καινή ημέρα, «Αγνή Παρθένε, Χαίρε» θα ακούσης μαζύ της, «ο σος Υιός Ανέστη τριήμερος εκ Τάφου» και συ, και συ γλυκιά μας Ρωμηοσύνη μαζί Του, μαζί με τον Αναστάντα Χριστός!»

ο Αντανίας Παρθένιος, Ηγούμενος της Ι.Μ. Μπίγκορσκ