Εν τη ενότητα της επίγειας και ουράνιας Εκκλησίας

Λόγος του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Αντανίας κ. Παρθενίου, εκφωνηθείς κατά τον Εσπερινό προς τιμήν του Αγίου Πατρός ημών Παρθενίου Λαμψάκου του Θαυματουργού, την 6/19 Φεβρουαρίου του σωτηρίου έτους 2025


Σεβαστοί και τίμιοι πατέρες,

Οσιώτατοι μοναχοί και μοναχές,

Αγαπητοί αδελφοί, αδελφές και τέκνα εν Κυρίω,

Συγκεντρωθήκαμε απόψε εδώ, σε αυτήν την Ιερά Μονή, για να τιμήσουμε την ετήσια μνήμη του Αγίου Παρθενίου Λαμψάκου, του μεγάλου ευάρεστου ανδρός του Χριστού και θαυματουργού, του οποίου το όνομα μου δόθηκε ως μέγιστη ευλογία την ημέρα της μοναχικής μου κουράς. Θυμάμαι πώς έλαβα αυτό το όνομα χωρίς προηγούμενη δική μου γνώση, ως επιλογή της Θείας πρόνοιας, διά της οποίας ο Άγιος Παρθένιος με κάλεσε να μιμηθώ τον ασκητικό του αγώνα και τον εν Χριστώ βίο του. Από εκείνη την ημέρα έως σήμερα, ήδη τριάντα χρόνια, αισθάνομαι τη δυνατή μεσιτεία του, τις ευλογίες και την αγάπη του ως φωτεινό αστέρα που φωτίζει και καθοδηγεί τη ζωή και τη διακονία μου εντός της Εκκλησίας.

Αυτή η βραδιά, αγαπητοί μου, με την τόσο πολυάριθμη παρουσία σας, με τον πόθο σας προς τους Αγίους και τον ζήλο σας για την αγιότητα, μας υπενθυμίζει το μυστήριο και τον άρρηκτο δεσμό μεταξύ της επίγειας και της ουράνιας Εκκλησίας, η οποία δεν είναι δύο, αλλά μία και μοναδική Εκκλησία. Όλοι εμείς, οι επί γης και οι εν ουρανοίς, είμαστε μέλη του ενός αυτού Σώματος του Χριστού, στο οποίο δεν υπάρχουν όρια χρόνου και τόπου. Οι Άγιοι, όπως ο εορταζόμενος σήμερα Άγιος Παρθένιος Λαμψάκου, είναι εκείνοι που με τη ζωή τους μαρτύρησαν και συνεχίζουν να μαρτυρούν τη νίκη της ζωής επί του θανάτου και τη μεταμόρφωση του ανθρώπου διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Αυτοί τώρα λάμπουν ως ανέσπερα φώτα στον πνευματικό ουρανό και πρεσβεύουν υπέρ ημών ενώπιον του θρόνου του Θεού.

Η ζωή του Αγίου Παρθενίου Επισκόπου Λαμψάκου αποτελεί εδώ και δεκαέξι αιώνες μαρτυρία της δύναμης της αγάπης και της ταπείνωσης. Δεν επιδίωκε το δικό του θέλημα, δεν ακολουθούσε τα πάθη του πεπτωκότος ανθρώπου, δεν ικανοποιούσε τις επιθυμίες του ασθενούς εγώ, αλλά πάντοτε και ολοκληρωτικά παραδιδόταν στο θέλημα του Θεού. Γι’ αυτό και έλαβε από τον Θεό το χάρισμα να θεραπεύει όχι μόνο τις σωματικές ασθένειες των ανθρώπων, αλλά και τις πληγές των ψυχών τους. Η καρδιά του ήταν γεμάτη από συμπόνια, από εκείνη την αγάπη που ο Κύριος Ιησούς Χριστός έφερε στη γη — μια αγάπη που δεν κατακρίνει, αλλά παρηγορεί και σώζει. Γι’ αυτό και η μνήμη του δεν είναι απλώς μια ανάμνηση της ζωής ενός ιστορικού προσώπου, αλλά μια πρόσκληση και για εμάς να ακολουθήσουμε την αγάπη του, να επιδιώξουμε την αγιότητα που τον φώτισε. Άλλωστε, η παρουσία σας απόψε εδώ αποκαλύπτει και επιβεβαιώνει όλα αυτά. 

Αγαπητοί μου, μην ξεχνάτε ότι η Εκκλησία είναι κοινωνία αγάπης. Δεν είναι μόνο ο χώρος της λατρείας, αλλά ο τόπος όπου οι καρδιές των πιστών μεταμορφώνονται διά της παρουσίας του Ζώντος Θεού. Όταν συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, όπως απόψε, δεν είμαστε μόνοι μας αυτοί που προσευχόμαστε και δοξολογούμε· εδώ μαζί μας είναι και όλοι οι Άγιοι, όλοι όσοι έχουν ήδη φτάσει στη Βασιλεία των Ουρανών. Με τις προσευχές και τις πρεσβείες τους μάς στηρίζουν στον αγώνα μας εναντίον των πειρασμών και των θλίψεων του κόσμου τούτου και μας οδηγούν προς τον μοναδικό και αληθινό σκοπό — την ένωση με τον Χριστό. Ναι, στη γήινη Εκκλησία είμαστε παρόντες όλοι εμείς που βρισκόμαστε εδώ σωματικά, αλλά από την ουράνια Εκκλησία μάς βοηθούν και μας ενισχύουν: ο Θεός ημών – η Αγία Τριάδα, η Υπεραγία Θεοτόκος, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, οι Άγιες Επουράνιες Δυνάμεις, οι φύλακες Άγγελοί μας, καθώς και οι Άγιοι των οποίων τα ονόματα φέρουμε — και όλοι μαζί, και οι επίγειοι και οι ουράνιοι, γινόμαστε ένα εν Χριστώ. 

Πρέπει να αγωνιστούμε, αγαπημένοι μου, ώστε, όπως όλοι οι Άγιοι του Θεού είδαν τον Θεό ήδη εδώ, σε αυτή τη ζωή, έτσι και εμείς να Τον γνωρίσουμε όσο είμαστε ακόμη στη γη. Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος μάς λέει: «Εάν κάποιος δεν δει τον Χριστό εδώ, στη γη, δεν θα Τον δει ούτε στη Βασιλεία των Ουρανών». Αυτή η σκέψη, με την πρώτη ματιά, μπορεί να φαίνεται αποθαρρυντική, αλλά δεν είναι έτσι. Χρειάζεται να έχουμε πίστη. Μπορούμε να δούμε τον Θεό μέσα στην καρδιά μας. Τον βλέπουμε ακόμη και ορατά και απτά στη Θεία Λειτουργία μέσω των Αχράντων Μυστηρίων και ενωνόμαστε μαζί Του διά των Θείων και άκτιστων ενεργειών Του. Όταν κοινωνούμε, γινόμαστε συμμέτοχοι της αγιότητας και της θεώσεως.

Ο Άγιος Παρθένιος και όλοι οι Άγιοι έγιναν αληθινά του Χριστού και έφτασαν στη θέωση ήδη εδώ, σε αυτή τη ζωή. Όλοι εμείς, λοιπόν, που φέρουμε τα ονόματά τους, έχουμε σ’ αυτούς ισχυρούς προστάτες στους Ουρανούς. Πόσο μεγάλη είναι η ευθύνη να φέρει κανείς το όνομα ενός Αγίου! Είναι μεγάλη τιμή, αλλά και μεγάλη ευθύνη. Ωστόσο, και όσοι δεν φέρουν το όνομα κάποιου Αγίου δεν πρέπει καθόλου να απογοητεύονται, διότι όλοι μαζί φέρουμε ένα όνομα το πιο ιερό και μεγαλειώδες — το όνομα των «Ορθοδόξων Χριστιανών». Μέχρι τα εικοσιπέντε μου χρόνια δεν έφερα το όνομα κάποιου Αγίου, αλλά όταν εκάρην μοναχός σε αυτόν τον ναό, ο Άγιος Παρθένιος με επέλεξε και από τότε φέρω το αγιασμένο όνομά του. Παρόλα αυτά, η μεγαλύτερη και υψηλότερη ευθύνη που όλοι μαζί φέρουμε είναι το κοινό μας όνομα — Ορθόδοξοι Χριστιανοί.

Και τι σημαίνει να είναι κανείς Ορθόδοξος Χριστιανός; Σημαίνει να είμαστε πράοι, γεμάτοι αγάπη και κατεκοσμημένοι με αρετές. Ο Χριστός, ο Θεός μας, υπήρξε πράος σαν αρνί. Αυτό το διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο και το βλέπουμε στην Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας, μέσω των Αγίων Του — γνωστών και αγνώστων. Αφού Εκείνος είναι έτσι, και εμείς είμαστε καλεσμένοι να γίνουμε όπως Εκείνος — πράοι, γεμάτοι αγάπη και ταπεινοί στην καρδιά. Αυτή είναι η αποστολή μας και αυτή είναι και η χαρά μας, διότι μέσω αυτής της πραότητας και της αγάπης φέρουμε τον Χριστό μέσα στην καρδιά μας και Τον μαρτυρούμε σε αυτόν τον κόσμο.

Με συγκίνησαν βαθιά και μου άφησαν έντονη εντύπωση όλες οι ομιλίες σας. Ιδιαίτερα με άγγιξε η σκέψη ότι, όταν μας βλέπουν οι άλλοι, δίνουμε μαρτυρία για τον Πατέρα μας — τον Κύριο Ιησού Χριστό — και για τους Αγίους Του, οι οποίοι είναι οι πνευματικοί μας πατέρες και διδάσκαλοι. Από εμάς εξαρτάται αν θα δικαιώσουμε αυτό το όνομα. Ο Χριστός μάς λέει: «Εσείς είστε το άλας της γης». Πόσο συγκλονιστική είναι αυτή η σκέψη! Λίγο αλάτι αρκεί για να νοστιμίσει όλο το φαγητό, και το ίδιο ισχύει και για λίγους αληθινούς Χριστιανούς, οι οποίοι είναι αρκετοί για να αλατίσουν το περιβάλλον τους με αγάπη και πίστη. Αλλά είμαστε άραγε εμείς πράγματι αυτό το άλας; Ο καθένας ας κοιτάξει πρώτα μέσα στην καρδιά του και ας αναρωτηθεί: είμαι αληθινός μάρτυρας της αγάπης του Χριστού; Αυτό είναι το ερώτημα που πρέπει να θέτουμε καθημερινά στον εαυτό μας και να πορευόμαστε σύμφωνα με αυτό.

Και μην φοβάστε ούτε να ταράζεστε όταν μας κρίνουν, μας χλευάζουν ή μας συκοφαντούν. Ιδιαίτερα σήμερα, μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, συχνά ακούμε να επιτίθενται σε εμένα, να διαβάλλουν τον έναν, να κατακρίνουν τον άλλον… Επιτίθενται στην κοινότητά μας. Και όταν λέω κοινότητα, εννοώ την Εκκλησία του Θεού, διότι όλοι εμείς είμαστε ένα. Να μην ταράζεστε. Έτσι ήταν από την αρχή του Χριστιανισμού. Και ο ίδιος ο Χριστός ταπεινώθηκε και κατακρίθηκε· επομένως, όταν κι εμάς μας συκοφαντούν ή μας κρίνουν άδικα, γνωρίζουμε ότι βρισκόμαστε στον δικό Του δρόμο. Η δική μας άμυνα δεν είναι να ανταποδώσουμε με το ίδιο μέτρο, αλλά να μαρτυρούμε την αγάπη και την αλήθεια του Χριστού. Αυτή είναι η δύναμή μας και αυτή η δύναμη δεν πρόκειται να νικηθεί, διότι ο Χριστός υποσχέθηκε ότι «οι πύλες του Άδη δεν θα υπερισχύσουν της Εκκλησίας Του». Ο Χριστός πάντοτε νικά. Γι’ αυτό, ας παραμείνουμε σταθεροί στην πίστη και στην αγάπη, μαρτυρώντας την παρουσία του Χριστού με κάθε μας λόγο και πράξη.

Σας ευχαριστώ ολόψυχα που απόψε ήρθατε σε τόσο μεγάλο αριθμό και με την παρουσία και τις προσευχές σας μάς ενισχύετε να συνεχίσουμε την πορεία του πνευματικού αγώνα και της πίστεως.

Ιδιαίτερες ευχαριστίες απευθύνω στον πατέρα Θωμά Χρυσικό, Πρωτοπρεσβύτερο του Οικουμενικού Θρόνου, ο οποίος μαζί με τη σεβαστή πρεσβυτέρα του, Κωνσταντίνα, ταξίδεψε από τη μακρινή Αθήνα για να είναι μαζί μας σε αυτήν την ημέρα. Η σχέση μας με τον πατέρα Θωμά έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Συγκεκριμένα, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν ήμουν ψάλτης στους ναούς της Μπίτολα, συνέβαινε συχνά, μόλις τελείωνε η ακολουθία στον δικό μας ναό και επέστρεφα στο σπίτι, να πετυχαίνω στη μετάδοση της ελληνικής τηλεόρασης κάποια ιερή ακολουθία (εκείνα τα χρόνια, λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας με τον νότιο γείτονά μας, μπορούσαμε να πιάνουμε ελληνικά τηλεοπτικά κανάλια με κεραία). Τότε, οι λατρευτικές μας ακολουθίες, λόγω του κομμουνιστικού καθεστώτος, δεν ήταν ούτε κατά διάνοια τόσο πανηγυρικές και μεγαλοπρεπείς όσο στην Ελλάδα και, επιπλέον, ήταν και αρκετά συντομότερες. Ιδιαίτερα με μεγάλο ενδιαφέρον παρακολουθούσα τις μοναδικές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας. Εκείνη την εποχή, ο πατήρ Θωμάς ήταν διάκονος στον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών. Και οφείλω να σας εξομολογηθώ ότι με τη δυνατή και καλλίφωνη φωνή του μου άφησε τόσο βαθιά εντύπωση, ώστε μέχρι και σήμερα θυμάμαι τις υπέροχες αναγνώσεις του Ιερού Ευαγγελίου. Οι ευαγγελικοί λόγοι, εκφωνημένοι διά της φωνής του, αντηχούν ακόμη στην καρδιά μου.

Αργότερα, όταν έστειλα φοιτητές στην Αθήνα, τους προέτρεψα να αναζητήσουν τον πατέρα Θωμά και έτσι άρχισε η όμορφη πνευματική μας φιλία. Πραγματικά, αυτός ο ανήρ του Χρίστου είναι ένας πνευματικός πελεκάνος, ένας ιερέας ο οποίος, τόσο με το εσωτερικό του είναι όσο και με την εξωτερική του εμφάνιση, διαφυλάσσει και μαρτυρεί τη ιερά ορθόδοξη παράδοση. Τα πάντα επάνω του και μέσα του — η αγάπη, η πνευματικότητα, ο τρόπος του, οι λόγοι του, το ράσο, και το καλυμμαύκι του — όλα αυτά μαρτυρούν την αφοσίωσή του στον Θεό και στην Εκκλησία Του. Πραγματικά, μέσα από την καρδιά μου, ευχαριστώ τον πατέρα Θωμά που σήμερα είναι μαζί μας.

Ευχαριστώ θερμά και τους φοιτητές από την Αθήνα, οι οποίοι κοπίασαν να έρθουν και να μας πλαισιώσουν, τον πατέρα Ανατόλιο που ταξίδεψε από τη Ρώμη, και όλους εσάς, αγαπημένοι μου, σας απευθύνω ειλικρινή και βαθιά ευγνωμοσύνη. Σας ζητώ τις προσευχές σας, γιατί χωρίς αυτές δεν μπορώ να συνεχίσω, χωρίς την αγάπη σας δεν μπορώ να ζήσω και χωρίς να βλέπω τα χαρούμενα πρόσωπά σας δεν μπορώ να βρω ανάπαυση. Εσείς είστε ο μεγαλύτερος θησαυρός μου σε αυτή τη ζωή.

Αυτές τις ημέρες έλεγα στον πατέρα Θωμά για εκείνα τα πρώτα χρόνια που τελούσαμε τη Μεγάλη Εβδομάδα εδώ, στη Μονή Μπίγκορσκι. Ήταν τότε χρόνια πνευματικής αδράνειας στον τόπο μας, ιδίως σε αυτήν την περιοχή, την οποία το ορθόδοξο ποίμνιο είχε ήδη εγκαταλείψει. Η Μονή ήταν χωρίς λατρευτική ζωή για περισσότερα από εξήντα χρόνια και ο κόσμος δεν είχε πλέον τη συνήθεια να έρχεται. Θυμάμαι την πρώτη χρονιά που ήρθε η Μεγάλη Παρασκευή — ημέρα με μακρές και υψηλές ακολουθίες και με πολυάριθμες αναγνώσεις — μέσα στον ναό υπήρχαν μονάχα λίγοι πιστοί, ανάμεσά τους και η μητέρα μου. Τότε, με μεγάλο ζήλο αγωνιζόμουν να τελέσω όλη την ακολουθία σύμφωνα με το τυπικό, όλες τις αναγνώσεις και τα ψαλσίματα, με τη βοήθεια μερικών πιστών. Οι ακολουθίες ήταν πολύωρες και η κούραση αναπόφευκτη. Η μητέρα μου, η Ζωή — ας είναι αιωνία η μνήμη της — μου έλεγε: «Πάτερ, ο Θεός ξέρει ότι θέλεις να ψάλεις και να κάνεις τα πάντα όπως πρέπει, αλλά βλέπεις και μόνος σου — δεν υπάρχει ποιος να σε ακούσει, δεν υπάρχουν άνθρωποι στην εκκλησία. Λίγο συντόμευε, ξεκουράσου κι εσύ, πονάνε τα πόδια μας.» Αλλά εγώ, κοιτάζοντας από το Ιερό Βήμα προς τον ναό, έβλεπα πάντα με τα μάτια της καρδιάς αυτό που βλέπω και τώρα — έναν κατάμεστο ναό και αυλή γεμάτη ευλαβείς ανθρώπους. Με όλη μου την καρδιά παρακαλούσα τον Κύριο: «Κύριε, δώσε, σε λίγα χρόνια, αυτός ο ναός να είναι γεμάτος με ανθρώπους και η Μονή να πλημμυρίζει από κόσμο και προσευχές.» Και ευχαριστώ και δοξάζω Εκείνον, διότι έτσι και έγινε. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος θησαυρός μου. Δεν ζήτησα τίποτε άλλο — ζήτησα να υπάρχουν μοναχοί, να υπάρχουν αληθινοί πιστοί, να υπάρχουν Ορθόδοξοι Χριστιανοί· να γεμίζουν οι εκκλησίες παντού στη δική μας Πατρίδα, όχι μόνο εδώ.

Σας ευχαριστώ και πάλι όλους για την αγάπη σας! Να είστε ευλογημένοι και χαρούμενοι εν Κυρίω! Η ευλογία και οι πρεσβείες του Αγίου Παρθενίου να είναι μαζί με όλους σας!