H Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, με την ευκαιρία της εορτής του Αγίου Νικολάου, Αρχιεπισκόπου Μύρων, την Τετάρτη, 6 Δεκεμβρίου 2023, προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας στην φερώνυμη βασιλική, όπου και ο τάφος του Μυροβλύτου Αγίου, στα Μύρα (Demre) της Λυκίας. Με τον Παναγιώτατο συλλειτούργησαν οι Σεβ. Μητροπολίτες Γέρων Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ, Γέρων Δέρκων κ. Απόστολος, Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου κ. Ανδρέας και Πισιδίας κ. Ιώβ, και ο Θεοφιλ. Επίσκοπος Ευδοκιάδος κ. Αμβρόσιος. Παρέστη συμπροσευχόμενος ο οικείος Ποιμενάρχης, Σεβ. Μητροπολίτης Μύρων κ. Χρυσόστομος, ο οποίος χοροστάτησε κατά την ακολουθία του Όρθρου.
Να σημειωθεί ότι ο Παναγιώτατος επισκέφθηκε ως Οικουμενικός Πατριάρχης την Ι. Μητρόπολη Μύρων για τρίτη φορά, και συνολικώς ως Αρχιερεύς για τέταρτη φορά, ενώ τέλεσε τη Θεία Λειτουργία στη Βασιλική ύστερα από δέκα έτη από την προηγούμενη.
Εκκλησιάστηκαν οι Γενικοί Πρόξενοι της Ελλάδος στη Σμύρνη Εντιμ. κ. Αλέξανδρος Κώνστας και της Ουκρανίας στην Αττάλεια Εντιμ. κ. Oleksandr Voronin, πλήθος πιστών, κυρίως σλαβοφώνων, από την όμορη Ι. Μητρόπολη Πισιδίας και την ευρύτερη περιοχή, καθώς και προσκυνητές από την Πόλη και το εξωτερικό. Παρέστη, επίσης, ο Εξοχ. κ. Ertuğrul Günay, πρώην Υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας, τον οποίο επισκέφθηκε ο Πατριάρχης κατ’ οίκον μετά τη θ. Λειτουργία, όπως και τον Έπαρχο (Kaymakam) της κωμοπόλεως Demre.
Στην ομιλία του, ο Παναγιώτατος, αναφέρθηκε στον βίο του τιμωμένου Αγίου Νικολάου, επισημαίνοντας ότι η σχέση του με το ποίμνιό του ήταν τόσο έντονη και βαθιά, “ώστε διήλθε και εις τας συνειδήσεις του ποιμνίου ως το αποκορύφωμα των θαυματουργιών του”, και για τον λόγο αυτό, συνέχισε, “απ΄ άκρου εις άκρον η Χριστιανοσύνη, και ιδιαιτέρως η Ρωμηοσύνη μας, τιμά τον Άγιον Νικόλαον με κάθε τρόπον που γεννά η παραδοσιακή ευλάβειά της”.
Ο Πατριάρχης αναφέρθηκε στην οικουμενική τιμή που απολαμβάνει ο Άγιος Νικόλαος, τονίζοντας, ωστόσο, ότι είναι πολύ διαφορετικό το να εορτάζει κανείς τον Άγιο στην έδρα της Επαρχίας του, όπου βρίσκεται ο τάφος και η σαρκοφάγος του, εκεί που ήταν το θυσιαστήριό του.
“Εξ άλλου, από εδώ εξεκίνησε, από θείον ζήλον εμφορούμενος, διά την Νίκαιαν της Βιθυνίας, διά την Α΄ Οικουμενικήν Σύνοδον ο μέγας Πατήρ, ώστε εκεί να διατρανώση την πίστιν εις Χριστόν αυθεντικώς, να φιμώση των αιρετικών τα φληναφήματα, να μη δειλιάση ενώπιον του Αγίου Αυτοκράτορος, να οργισθή χωρίς να αμαρτήση και να συμβάλη καθοριστικώς εις την εξέλιξιν, εκτός των θεολογικών, και των λοιπών ζητημάτων με τα οποία ησχολήθη των Αγίων Πατέρων ο χορός.
Κατ᾽ αυτόν τον τρόπον, η καθ᾽ ημάς Ανατολή, το θεσπέσιον αυτό έργον των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, Ιωάννου του Θεολόγου, αποτελεί τον ιστορικόν τρόπον και τόπον της μορφώσεως εν χρόνω της Εκκλησίας. Δεν είναι μόνον η γεννήτρια μεγάλων Αγίων η Ανατολή, αλλά η γεννήτρια της Εκκλησίας όπως την γνωρίζομεν σήμερον. Επί των μακαρίων, αποστολοβαδίστων και αγιοτόκων εδαφών της, εδαφών της ιεροκανονικής δικαιοδοσίας του Θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως εν τέλει, εγεννήθη η θεολογία και η εκκλησιολογία μας. Εδώ, εις τα εδάφη μας αυτά, επραγματοποιήθησαν αι Οικουμενικαί Σύνοδοι, εδώ διεμορφώθη το εκκλησιαστικόν συνειδός υπό την μορφήν της κατά τόπους και όχι υπό άλλα κριτήρια εθνικά και λοιπά, διακονίας του Κυριακού σώματος. Εδώ, διεμορφώθη πανσόφως η πενταρχία και η σειρά των Θρόνων της. Όρια, αρχαί και αξίαι αι οποίαι εθεσπίσθησαν όχι αυθαιρέτως, αλλά υπό Αγίων Πατέρων οι οποίοι είχον ήδη επίγνωσιν της ιστορίας και ιερότητος εκάστης περιοχής και εν τούτοις έκριναν ούτω, διότι διέβλεπον την των πραγμάτων εξέλιξιν και πορείαν.
Διά τούτο και εκ της ακρωρείας αυτής της ηγιασμένης Μικρασίας διαδηλούμεν προς πάσαν κατεύθυνσιν ότι η γνησία και μόνη Μήτηρ Εκκλησία, η αποκλειστικώς έχουσα το προνόμιον της υπέρ των πάντων Σταυρικής θυσίας, η ποτνία εν τοις Θρόνοις της καθ’ ημάς Ανατολής, και φιλότεκνος μήτρα, η γεννήσασα, όχι ανωδύνως, τας από Βουλγαρίας μέχρι και Ουκρανίας κατά τόπους Εκκλησίας, είναι η της Κωνσταντινουπόλεως Μεγάλη Εκκλησία. Και αυτό δεν το λέγει ποια τις νεωτέρα θεωρία εκκλησιολογίας, δεν το εφεύρεν ο ομιλών, ο τάχα Πάπας της Ανατολής, δεν είναι σύγχρονον ευφυολόγημα αντληθέν εκ τινος υμνολογικής γραφίδος, ποιητικής αδείας ένεκα, αλλ᾽ είναι αυτό τούτο το βίωμα, η γεύσις, η αίσθησις, η παρακαταθήκη των Πατέρων των Οικουμενικών Συνόδων και των λοιπών σημαντικών εκ των Τοπικών. Είναι μεν η θεωρία αλλά είναι και αυτή αύτη η αδιάκοπος και αστασίαστος μακαριωτάτη και μυριευλογημένη πράξις της Εκκλησίας, που δίδουν εις τον Κωνσταντινουπόλεως την προνομίαν του Εσταυρωμένου, το αξίωμα των κολαφισμών και του «αντί του ύδατος όξος», το δικαίωμα της θυσιαστικής πορείας, την θέσιν της Κεφαλής ήτις φέρει διαρκώς τον ακάνθινον στέφανον του Δεσποτικού πάθους!
Ε, λοιπόν, ημείς, ως ο, ελέω Θεού, ταπεινός διάδοχος τοιούτων παραδόσεων ομολογούμεν, γεγονυία τη φωνή εντεύθεν ότι επ᾽ ουδενί λόγω προτιθέμεθα να παραιτηθώμεν όλων αυτών, να τα απεμπολίσωμεν, γιγνόμενοι ριψάσπιδες του ανατεθέντος ημίν πανιέρου χρέους και της κενωτικής ευθύνης. Την σκυτάλην των ευθυνών και του χρέους της Μητρός Μεγάλης Εκκλησίας δεν την χαρίζομεν, διότι την παρελάβομεν αιματοβαμένην και είμεθα υποχρεωμένοι να την παραδώσωμεν αλώβητον και ανόθευτον, όπερ και μετά χαράς αλλ’ όχι και ακόπως πράττομεν επί τριάκοντα και δύο ήδη έτη και θα συνεχίσωμεν, πρεσβείαις της Υπεραγίας Θεοτόκου!
Δεν κατερχόμεθα εκ του Σταυρού εις τον οποίον προσήλωσε την Εκκλησίαν Κωνσταντινουπόλεως, μας προσήλωσεν η Ιστορία και η φωνή των Πατέρων. Εκ του Σταυρού ημείς γνωρίζομεν, εδιδάχθημεν, πως να οδηγώμεν τους πάντας, λαούς, φυλάς και γλώσσας προς την Ανάστασιν. Ημείς θα συσταυρούμεθα και θα συμπάσχωμεν με τον Χριστόν έως της συντελείας του αιώνος, ίνα ο κόσμος ζωήν έχη και περισσόν έχη. Διά τούτο, στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου, οι πάντες, ότι ο Δίκαιος ημάς αναμένει Κριτής.”
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του εξέφρασε την ευαρέσκειά του προς τον ποιμενάρχη Σεβ. Μητροπολίτη Μύρων κ. Χρυσόστομο για το σεμνό έργο που επιτελεί και του ευχήθηκε επί πολλά ακόμη χρόνια να συνεχίσει τη διακονία του ως επί κεφαλής της Μικρασιατικής αυτής εκκλησιαστικής Επαρχίας.
Στη συνέχεια, μιλώντας στην τουρκική γλώσσα, ο Παναγιώτατος αναφέρθηκε στους συνεχιζόμενους πολέμους στη Μ. Ανατολή και στην Ουκρανία, σημειώνοντας ότι αυτοί επηρεάζουν βαθιά όλη την ανθρωπότητα.
“Σήμερα, ήλθαμε εδώ, στον Ναό του Αγίου Νικολάου, για να προσευχηθούμε για την ειρήνη για ακόμη μια φορά. Προσευχηθήκαμε για να τελειώσουν οι πόλεμοι το συντομότερο δυνατό, αλλά και για τους πονεμένους και στις δύο περιοχές της Ουκρανίας και της Μ. Ανατολής. Οι μητέρες δεν πρέπει πλέον να κλαίνε, τα παιδιά δεν πρέπει να φοβούνται, οι ζωές των νέων δεν πρέπει να σβήνουν πολύ νωρίς. Ελπίζουμε ότι η μόνιμη ειρήνη θα έρθει το συντομότερο δυνατό στις γειτονικές μας χώρες, με τις οποίες μοιραζόμαστε την ίδια θάλασσα, τη Μεσόγειο”.
Ο Πατριάρχης εξέφρασε, μεταξύ άλλων, τις ευχαριστίες του προς τις Κρατικές και τοπικές αρμόδιες Αρχές για τη χορήγηση αδείας και για όλες τις διευκολύνσεις στην τέλεση της Θείας Λειτουργίας στην αρχαία Βασιλική.
Την παραμονή της εορτής, ο Παναγιώτατος χοροστάτησε στον Μ. Εσπερινό κατά τον οποίο συμπροσευχήθηκαν οι Σεβ. Μητροπολίτες Γέρων Χαλκηδόνος, Γέρων Δέρκων, Αρκαλοχωρίου, και Πισιδίας, μαζί με τον βοηθό του Θεοφιλ. Επίσκοπο Ευδοκιάδος και τον ιερό κλήρο της εκκλησιαστικής Επαρχίας του.
Στο τέλος του Εσπερινού τον Πατριάρχη προσφώνησε με θερμούς λόγους ο οικείος ποιμενάρχης, ενώ ο Παναγιώτατος, στην αντιφώνησή του, εξέφρασε τη συγκίνησή του για την ευλογία να επισκέπτεται για τέταρτη φορά τον ηγιασμένο τόπο των Μύρων. Ευχαρίστησε δε ιδιαιτέρως τον Μητροπολίτη Μύρων για την αδιάκοπη μέριμνά του για την πραγματοποίηση του ετησίου αυτού προσκυνήματος, κατά την εορτή του Αγίου Νικολάου.
Πηγή: Adologala.gr