Λόγος του Πανοσιολογιοτάτου Αρχιμ. Παρθενίου
επί της μνήμης του Αγίου Παρθενίου, Επισκόπου Λαμψάκου, 19 Φεβρουαρίου 2019
Είμαι βαθιά συγκινημένος και δεν ξέρω με ποιες λέξεις να σας απευθυνθώ. Από τα βάθη της καρδιάς μου σας ευχαριστώ για την εξαιρετική αγάπη η οποία λάμπει από όλους εσάς. Και εγώ όμως βλέπω τον εαυτό μου εντελώς ανάξιο γι’ αυτή, θεωρούμαι σαν οικονόμος της αδικίας που περιγράφεται στο Ευαγγέλιο, από το στόμα του Σωτήρα μας Χριστού.
Μπροστά στο Θεό δεν έχω τίποτα να παρουσιάσω και για τίποτα να δικαιολογηθώ. Ο ζήλος μου είναι αδύναμος και η αγάπη ελλιπής. Παρ’ όλα αυτά, προσπαθώ περισσότερο ή λιγότερο, όλα τα πνευματικά αγαθά που ο Θεός τόσο γενναιόδωρα μου δίδει, να τα διαχωρίζω, να τα μοιράζω σε όποιον ζητήσει ή τα έχει ανάγκη. Από την πρώτη στιγμή που ο καλός μας Κύριος εμπιστεύθηκε σε μένα, τον ανάξιο, αυτό το μοναστήρι, προσπαθούσα, με τη βοήθεια της χάρης Του, να το κάνω σπίτι για όλους. Όλοι να νιώθουν εδώ μέσα ως τέκνα του αγαθού ουράνιου Πατρός μας. Και ο χρόνος έχει δείξει ότι πολλοί που έχουν γίνει δεκτοί στη Μονή σαν στο σπίτι του Πατέρα μας, άλλαξαν, αποδέχθηκαν μια ζωή μετάνοιας και έγιναν καλοί Χριστιανοί. Αυτό μου δίνει ελπίδα για τη σωτηρία μου, αλλά και ένα κίνητρο να αγωνίζομαι περισσότερο, να διορθώνομαι, λόγω της αγάπης και της θυσίας σας, υποστηριζόμενος από τις προσευχές σας. Από όλους εσάς ταπεινά ζητώ συγγνώμη για τις αδυναμίες μου, τα πάθη και τις πτώσεις μου. Αν έχω βλάψει κανέναν από εσάς, θέλω να με συγχωρήσετε και να προσευχηθείτε για μένα, τον ανάξιο.
Αντιμετωπίζοντας την κλήση να είμαι πρώτος μεταξύ των μοναχών, ηγούμενός τους – η ίδια λέξη ηγούμενος αυτό σημαίνει ηγέτης – καταλαβαίνω πόσο δύσκολος είναι ο σταυρός του ανθρώπου που έχει ευθύνη για τις ψυχές των παιδιών του Θεού, οι οποίοι είναι τόσο αγαπημένοι από το Χριστό και ακριβά πληρωμένοι με το θείο Αίμα Του. Να σου τα εμπιστευθούν σε εσένα, να τα καθοδηγείς και να τα πας στη Βασιλεία Του! Πραγματικά αμέτρητη, τεράστια ευθύνη. Ως εκ τούτου, σας ζητώ βαθιά να με θυμάστε συνεχώς στις προσευχές σας.
Ευχαριστώ τους αγαπημένους μου μοναχούς και τις μοναχές που θυμήθηκαν να μου χαρίσουν απόψε αυτό το όμορφα ζωγραφισμένο πορτραίτο του ανθρώπου που εντυπωσίασε το Χριστό στην καρδιά μου, μέσα από τη ζωντανή του μαρτυρία για την αγάπη του Θεού. Ο άνθρωπος που εν δράσει μου διαβεβαίωσε ότι στο Χριστό, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ (Γαλλ. 3:28).
Έτυχε να πάω στο Άγιο Όρος ακριβώς την περίοδο όταν η χώρα μας ανεξαρτητοποιούταν και – οι μεγαλύτεροι σίγουρα θυμόνται – η πολιτική κατάσταση ήταν τόσο δύσκολη και αβέβαιη, οπότε δεν ήξερε κανείς καν αν θα παραμείνουμε, αν θα γίνει πόλεμος κ.λπ. Ιδιαιτέρως περίπλοκες ήταν οι σχέσεις με το ελληνικό κράτος. Αυτές τις μέρες μου ήλθαν αναμνήσεις από εκείνη την εποχή, και περιέγραψα σε κάποιους αδελφούς πως τον έκτο μήνα της παραμονής μου εκεί, εμείς που ήμασταν από εδώ αντιμετωπίσαμε πολύ σοβαρά προβλήματα από τις κοσμικές ελληνικές αρχές στο Άγιο Όρος. Εκείνες τις μέρες ο Γέροντας δεν βρισκόταν στη Μονή, είχε ταξιδέψει στην Αθήνα. Μας κάλεσαν, λοιπόν, σε μια συζήτηση στην οποία έπρεπε να δηλώσουμε την εθνικότητά μας. Ο πατήρ Γεώργιος, γνωστός για την ευρεία του καρδιά και την πνευματική του ευγένεια, μας αποκαλούσε Σλαβομακεδόνες – όνομα που δεν ήταν καθόλου αποδεκτό για τον ευρύτερο ελληνικό κόσμο. Έτσι, λοιπόν, είπα ότι είμαι Σλαβομακεδόνας. Η απάντησή μου όμως δεν άρεσε σε πολλούς. Στη συνέχεια, ένας από τους γέροντες εκεί είπε ότι μπορούμε να επιλέξουμε κάποιον από τους γειτονικούς λαούς, και λαμβάνοντας υπόψη ότι μέχρι πρόσφατα ήμασταν μέρος της Γιουγκοσλαβίας, καθώς και λόγω της φιλίας μεταξύ Ελλάδος και Σερβίας, πιο κατάλληλο θα ήταν να πούμε πως είμαστε Σέρβοι. Τότε απάντησα με αποφασιστικότητα: «Σε καμία περίπτωση δεν θα το κάνω αυτό, γιατί νομίζω ότι δεν πρέπει να είμαι Σέρβος για να είμαι Ορθόδοξος». Διαπίστωσαν ότι υπήρχε ένα πρόβλημα και έτσι προσπάθησαν να έλθουν με κάποιο τρόπο σε επαφή με τον Γέροντα. Εκείνη την εποχή δεν ήταν εύκολο να επικοινωνήσεις με κάποιον από απόσταση, όπως τώρα με τα κινητά, ωστόσο, μετά από μια παρατεταμένη προσπάθεια, πέτυχαν να συνδεθούν μαζί του στην Αθήνα και να τον ρωτήσουν τι να κάνουν. Αυτός τους απάντησε: «Ας δηλώσουν τους εαυτούς τους όπως αισθάνονται. Και με τις κοσμικές αρχές εγώ θα ρυθμίσω όλα όσα χρειάζονται». Αργότερα, οι γέροντες διηγήθηκαν ότι ο πατήρ Γεώργιος τηλεφώνησε στους ανθρώπους από την εξουσία και τους είπε: «Αν συνεχίσουμε με αυτόν τον τρόπο να συμπεριφερόμαστε με τους ορθοδόξους αδελφούς μας, θα τιμωρηθούμε από τον Θεό, θα αποστερηθούμε την ευλογία. Ο Κύριος σε εμάς τους Έλληνες μας είχε δώσει την ευλογία να διατηρήσουμε την ορθόδοξη κληρονομιά και παράδοση σε μια εποχή που όλες οι άλλες Ορθόδοξες χώρες και έθνη είχαν πέσει στον κομμουνισμό. Να ξέρετε, αυτό αποτελεί μεγάλη ευλογία. Και τώρα, ο Θεός έχει στείλει αυτούς τους ανθρώπους για να τους παραδώσουμε την παράδοση, ώστε να την αποκαταστήσουν στην χώρα τους. Ποιοι είμαστε εμείς για να εμποδίσουμε την πρόνοια του Θεού;»
Ο Κύριος πάντα διάλεγε αγίους άνδρες, οι οποίοι αξιοπρεπώς έστελναν το μήνυμα του Ευαγγελίου. Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν αναμφίβολα ο αείμνηστος Γέροντας Γεώργιος Καψάνης, όμοιος κατά το πνεύμα με τον Μέγα Φώτιο, τον άγιο Οικουμενικό Πατριάρχη, ο οποίος με ευρεία ευαγγελική συνείδηση έστειλε τους Αγίους αυταδέλφους Κύριλλο και Μεθόδιο μεταξύ των προγόνων μας, για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο του Χριστού. Η διαφωτιστική χάρη του Θεού ενεργούσε δυναμικά πάντοτε στην Εκκλησία, και ενεργεί και σήμερα. Και τον τελευταίο καιρό ο προνοών Κύριος επιλέγει φωτισμένες προσωπικότητες σε ηγετικές θέσεις στην Εκκλησία, οι οποίοι αντιλαμβάνονται την ευθύνη τους και προσπαθούν να ενεργούν όπως οι εκλεκτοί προκάτοχοί τους, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η πρόνοια του Θεού για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων. Στις μέρες μας βλέπουμε πως ο Πρώτος της Εκκλησίας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, είναι σθεναρώς αποφασισμένος να αποκαταστήσει τη σωστή τάξη στην Ορθοδοξία με βάση τους ιερούς κανόνες και το εθιμικό δίκαιο, και να θεραπεύσει τις πληγές από τις διαιρέσεις στο μοναδικό σώμα του Χριστού. Ας προσευχηθούμε ο Θεός να δώσει σ’ αυτόν και σε όλους τους άλλους προκαθημένους των τοπικών Εκκλησιών δύναμη και φώτιση να δρουν κατά την οικονομία και τη συγκατάβαση του Χριστού. Εγώ ως πνευματικός, αν και τελευταίος, πάντα προσπαθώ να συμπεριφέρομαι με συγκατάβαση προς όποιον θέλει να ανοίξει τις εσωτερικές του πληγές ενώπιόν μου. Όταν βλέπω ότι υπάρχει έστω και παραμικρή αίσθηση μετάνοιας σε εκείνον που εξομολογείται, δεν του επιβάλω αμέσως κάποιους αυστηρούς κανόνες, γιατί ξέρω ότι το βάρος των κανόνων μόνο επιπλέον θα επιβαρύνει την ήδη επιφορτισμένη ψυχή του, και μπορεί να συμβεί ποτέ να ξαναέρθει στην Εκκλησία. Γι’ αυτό το λόγο προσπαθώ να ενεργώ με την ευλογημένη πνευματική οικονομία, όπως μας δίδαξαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Δεν μπορούμε στην πρώτη εξομολόγηση να ζητήσουμε από τους ανθρώπους επίσημη ακρίβεια, να τους επιβάλουμε την αυστηρότητα των κανόνων. Με δεδομένο το γεγονός πόσο δύσκολο είναι να ανοίξει κανείς τις πληγές του κατά την πρώτη εξομολόγηση, αρκεί και αυτό που ο άνθρωπος αποφάσισε να εξομολογηθεί, και ως εκ τούτου θα πρέπει να λάβουμε την αρχική μετάνοια του, να τον παρηγορήσουμε και να τον κατευθύνουμε. Σε αυτές τις περιπτώσεις συμπεριφέρομαι συγκαταβατικά, θα τον ακούσω τι θέλει και τι μπορεί να μου πει, θα τον διδάξω για τη μετάνοια, και μετά θα διαβάσω την ευχή. Και έτσι, μετά τη δεύτερη, τρίτη, τέταρτη εξομολόγηση, βλέπουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Το λέγω αυτό κυρίως επειδή ακούω πώς σήμερα ορισμένοι επίσκοποι μιλούν συνεχώς για κάποια μεγάλη, αφηρημένη μετάνοια που πρέπει να δείξουν εκείνοι που, στις περισσότερες περιπτώσεις όχι από το δικό τους λάθος, βρίσκονται σε σχίσμα. Ωστόσο, η ιστορία της Εκκλησίας μας δείχνει κάτι εντελώς διαφορετικό – μας δείχνει δηλαδή ότι οι άγιοι άνθρωποι με μεγάλη αγάπη και επιείκεια αποδέχονταν εκείνους που ήθελαν να επιστρέψουν στην Εκκλησία, από την οποίαν είχαν χωριστεί για οποιονδήποτε λόγο. Άλλωστε, αυτοί οι άγιοι για το δικό τους πρωτότυπο είχαν τον ίδιο Χριστό, ο οποίος δεν ζήτησε από τον Ζακχαίο κάποια «νόμιμη» μετάνοια, αλλά είδε μόνο την ακατάβλητη επιθυμία του, τον κάλεσε και πήγε στο σπίτι του. Βλέπουμε ένα παρόμοιο παράδειγμα στο Ευαγγέλιο με την πόρνη, που έγινε αποδεκτή από τον Χριστό λόγω της αγάπης και της επιθυμίας της. Επομένως, με τον άσωτο γιο, ο οποίος συναντήθηκε από τον εύσπλαχνο πατέρα του πολύ πριν φτάσει στο πατρικό σπίτι κλπ.
Ιδιαιτέρως σας παρακαλώ να εύχεσθε για όσο πιο γρήγορα να σταματήσουν τα σκάνδαλα και τους διχασμούς στην Εκκλησία που παρακολουθούμε καθημερινά, ώστε όλοι στην Εκκλησία να είμαστε ένα. Επειδή το θέλημα του Χριστού είναι όλοι να είμαστε ένα στην Αγία Τριάδα: «ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἓν ὦσιν» (Ἱω. 17:21). Και θα είμαστε ένα μόνο και μόνο μέσω της αγάπης Του. Η μεγαλύτερη μαρτυρία πως είμαστε Χριστιανοί είναι η αγάπη: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ἱω. 13:35). Και αυτή η σημερινή συγκέντρωσή μας σφραγίζεται ακριβώς με την αγάπη του Χριστού. Εάν δεν υπήρχε αυτή, σίγουρα δεν θα είχαμε συγκεντρωθεί έτσι, ομόψυχοι ως μία οικογένεια, να δώσουμε χαρά ο ένας στον άλλο σήμερα. Αυτή η συρροή αποτελεί μια αμοιβαία χαρά, γιατί η συνάντηση με το αγαπημένο είναι το πιο όμορφο πράγμα. Απόψε, μετά από πολύ καιρό, είδα πολλά από τα πνευματικά μου τέκνα. Μόλις τα είδα από μακριά, σήκωσα τα χέρια μου, τα αγκάλιασα, όντως πολύ χαρούμενος, γιατί τα αγαπώ πραγματικά. Αυτά δεν είναι κενά λόγια, αλλά προέρχονται από την εσωτερική πηγή της καρδιάς.
Τέλος, θα ήθελα να σας παρακαλέσω για άλλη μια φορά να εύχεσθε για μένα, επειδή πραγματικά βασίζομαι στις προσευχές σας. Καθώς ο Κύριος συγχώρησε τον άδικο οικονόμο, έτσι ελπίζω ότι θα με συγχωρέσει κι έμενα χάρη σε αυτές και θα μου δώσει δύναμη να είμαι καλύτερος πνευματικός και ποιμένας.
Να είστε καλά και ευλογημένοι από το Θεό! Σας ευχαριστώ για την αγάπη και την προσοχή σας. Οι ευχές του Αγίου Παρθενίου Λαμψάκου με όλους μας!