Ομιλία του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Παρθενίου,
επί την αρχή της αγρυπνίας των Χριστουγέννων
Το μυστήριο των Χριστουγέννων ενεργεί με όλη την δύναμη στις ανοικτές για τον Θεό καρδιές, στον κουρασμένο από τον εγωισμό και την αμαρτία άνθρωπο, ο οποίος ταπεινά απάντησε στην κλήση του Σωτήρος για ειρήνευση με τον εαυτό του και με τον Θεό, και με ευχαριστία φόρεσε τον ζυγό της υπομονής με ελπίδα και της υπακοής με πίστη και το ελαφρύ βάρος της αγάπης και της χάριτος εν Πνεύματι.
Αγαπητοί προσκυνητές του Νηπίου της Βηθλεέμ,
«Ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἐξ ὕψους ὁ Σωτὴρ ἡμῶν». Μ’ αυτά τα λόγια ο εκκλησιαστικός ποιητής αρχίζει το εξαποστειλάριο της εορτής των Χριστουγέννων. Πράγματι, κάπως απλά λόγια, ενώ ταυτόχρονα τόσο μεγάλα και δύσκολα κατανοητά! Μας επισκέφτηκε ο Ποιητής άπασας της κτήσεως, ορατής και αόρατης. Μας επισκέφτηκε η Σοφία του Θεού, ο Νους που υπερβαίνει τον νου και ο Δημιουργός του παντός. Μας επισκέφτηκε η Ειρήνη που ειρήνευσε τους επίγειους με τα επουράνια. Μας επισκέφτηκε η Χαρά, η άφθαρτη χαρά ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ (Λκ. 2, 10). Μας επισκέφτηκε ο Υιός του Θεού, ο οποίος έγινε αυτό που είμαστε εμείς, ώστε να γίνουμε κι εμείς εκείνο που είναι Αυτός.
Ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ ὕψους (Λκ. 1, 78). Μας επισκέφτηκε. Μόνος του, εκούσια, προσωπικά μας επισκέφτηκε. Χωρίς να αξιωθούμε ή να ετοιμαστούμε για να τον δεχθούμε. Χωρίς καν να είμαστε συνειδητοί γι’ Αυτόν, μη γνωρίζοντας ούτε από μακριά την ανιδιοτελή, καθαρά, ασύλληπτη αγάπη και αυτοθυσία του. Συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, γράφει ο μεγάλος διδάσκαλος των εθνών, ο απόστολος Παυλος, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε. (Ρωμ. 5, 8). Η Γέννηση του Χριστού είναι, κατά λέξη, ανεπίτευκτο μυστήριο, τέλειο δώρο του ελέους του Θεού. Η προαιώνια Βουλή της Αγίας Τριάδος δεν έστειλε στους ανθρώπους κάποιον δυνατό άγγελο λυτρωτή, για να τους ελευθερώσει από την φθορά, τον θάνατο και της θλίψεως, αλλά προσωπικά τον Υιό, τον προαιώνιο Λόγο του προαιώνιου Πατρός. Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον – λέγει ο μεγάλος μύστης, ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος (Ιω. 3, 16). Η αγάπη ήταν η αιτία της δημιουργίας του κόσμου και του ανθρώπου, και αυτή η αγάπη ήταν η αιτία και της επαναδημιουργίας της ανθρώπινης φύσεως, η οποία, λόγω της παρακοής και του εγωϊσμού, παραδόθηκε στον θάνατο και στην φθορά.
Η ενσάρκωση του Θεανθρώπου Χριστού δεν σημαίνει μόνο λύτρωση της ανθρωπότητος, πλανεμένης από την αμαρτία και του θανάτου. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Σε ένα στιχηρό της εορτής ακούμε: «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, σήμερον ἡνώθησαν, τεχθέντος τοῦ Χριστοῦ. Σήμερον Θεὸς ἐπὶ γῆς παραγέγονε, καὶ ἄνθρωπος εἰς οὐρανοὺς ἀναβέβηκε». Η λύτρωση, δηλαδή, από το σκότος της άγνοιας και της σκιάς του θανάτου και της αμαρτίας (πρβλ. Μτ. 4,16 και Λκ. 1,79), ήταν μόνο μέρος, μια διάβαση στην Θεία Οικονομία της αγάπης για την ανθρωπότητα. Στην ουσία, ο σκοπός του Θεού είναι η θέωση της ανθρώπινης φύσεως. Ο Θεός Λόγος, λαμβάνοντας σάρκα από την Παναγία Παρθένο, έγινε ομοούσιος με μας, για να γίνουμε κι εμείς οι άνθρωποι μέτοχοι της Θεότητος.
Αυτό το μέγα και φρικτό μυστήριο της θεώσεως του ανθρώπου πραγματώνεται μέσω του μυστηριακού βιώματος στην Εκκλησία, η οποία ως Σώμα Χριστού, αδιαλλάκτως φυλάσσει την ανακαινιστική χάρη των Χριστουγέννων. Μόνο στην Εκκλησία, στην οποία ο Ιησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας (Εβρ. 13, 8), «λυτρώνεται εκ φθοράς η ζωή μας» και «ανακαινίζεται η νεότητα» των ψυχών, παλαιωμένων από τον ζυγό της αμαρτίας (πρβλ. Ψαλ. 103, 4-5). Εδώ, στον χώρο της Εκκλησίας, ο αχώρητος Θεός είναι τελείως παρών. Ο αχώρητος, ο απεριόριστος, ο άχρονος, λαμβάνοντας ανθρώπινο σώμα από την Υπεραγία Θεοτόκο φάνηκε δι’ ημάς ορατός, ψηλαφητός, περιορισμένος κατά την φύση μας, συνοδός μας στον χρόνο. Ταυτόχρονα, με την χάρη του, κάνει και τους ανθρώπους Του να είναι απεριόριστοι, άχρονοι, αιώνιοι. Τους κάνει υπηκόους της Βασιλείας της αιωνίου χαράς, ελευθερίας και κάλλους.
Εν τούτοις, απολύτως αντιεκκλησιαστικές και ξένες προς το πνεύμα της φιλανθρωπίας του Χριστού φαίνεται να είναι οι δράσεις και οι δηλώσεις μερικών κληρικών, οι οποίοι στενόκαρδα προσπαθούν να περιορίσουν την ενέργεια της απεριόριστης αγάπης και χάρης του Θεού. Κάτω από το πέπλο του επιφανειακά δικαιωμένου, και στην ουσία υποκριτικού φανατισμού για δήθεν φύλαξης της θεοσύστατης κανονικής αρχής της Εκκλησίας, αυτοί οι ίδιοι απειλούν την ενότητα της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Μη σεβόμενοι την πρωτόθρονο -με την ορθόδοξη έννοια- αρχή της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, που τέθηκε από τις οικουμενικές συνόδους, αυτοί δίδουν φαύλο παράδειγμα παρακοής και υπερηφάνειας, και μετατρέπουν την Εκκλησία σε όργανο των επιγείων ενδιαφερόντων τους. Έπειτα, χαμένοι στην έπαρση της εξουσίας, αναπόδεικτα κατηγορούν άλλους γι’ αυτό.
Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να μονοπωλεί και να αποκλείει τον ευαγγελισμό του ερχομού του Σωτήρος στον κόσμο. Ο άγγελος ο οποίος συνάντησε τους ποιμένες της Βηθλεέμ εκείνη την μυστική νύκτα, τους είπε: Μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ γὰρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ (Λκ. 2, 10). Λοιπόν, όχι μόνο για μερικά έθνη, όχι μόνο για κάποια κοινωνικά στρώματα, όχι μόνο για μια γενεά, αλλά παντὶ τῷ λαῷ, για όλους τους αιώνες. Κανένας δεν μπορεί να αποκλειστεί από την αγάπη του Κυρίου. Ο Μεσσίας γεννήθηκε για όλους. Κάθε ξεχωριστός άνθρωπος, από τον Αδάμ, μέχρι και τον τελευταίο – μεγάλοι, μικροί, πλούσιοι και πτωχοί, από όλους τους τόπους και γενεές, όλοι κλήθηκαν για σωτηρία.
Στον κόσμο στον οποίο ζούμε, βαριά ζυγωμένο από την πόλωση του πλούτου και της πτωχείας, της δυνάμεως και της αδυναμίας, τραυματισμένος από το πνεύμα της καταναλώσεως και της λατρείας του ηδονισμού, που αναπόφευκτα οδηγεί στην «ανυπόφερτη ευκολία της υπάρξεως», η χαροποιός είδηση του εν Βηθλεέμ γεγονότος, φαίνεται να χάνει την δύναμή της. Σαν η ουσία της σαρκώσεως του Θεού να μην βρίσκει χώρο στην εποχή μας, βυθισμένη στη στενοχώρια και θλίψη. Ωστόσο, το μυστήριο των Χριστουγέννων ενεργεί με όλη την δύναμη στις ανοικτές για τον Θεό καρδιές, στον κουρασμένο από τον εγωισμό και την αμαρτία άνθρωπο, ο οποίος ταπεινά απάντησε στην κλήση του Σωτήρος για ειρήνευση με τον εαυτό του και με τον Θεό, και με ευχαριστία φόρεσε τον ζυγό της υπομονής με ελπίδα και της υπακοής με πίστη και το ελαφρύ βάρος της αγάπης και της χάριτος εν Πνεύματι (πρβλ. Μτ. 11, 28-30).
Για να αισθανθούμε κι εμείς την δύναμη της σημερινής εορταστικής χάρης και την πραγματική παρουσία μεταξύ μας και μέσα μας του Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον: ’’Μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός’’, πρέπει κι εμείς, σαν τους ποιμένες και τους μάγους, με ταπείνωση να κλίνουμε τις καρδιές μας μπροστά από το μεγαλείο της άμετρου αγάπης του Θεού, και όπως αυτούς, να προσφέρουμε στο Θείο Νήπιο ως δώρα το χρυσό, το λιβάνι και την σμύρνα μας – το πλούτος της καλής ζωής μας, την οσμή της προσευχής και την ευωδία της αγάπης και της ταπεινώσεως.
Καλή αγρυπνία σε όλους και καλά Χριστούγεννα!
Χριστός ετέχθη!