Μόνο πέντε είναι ένοχοι;

Τις μέρες που πέρασαν, η κοινωνία μας σκοτείνιασε, δυστυχώς, με τη βαριά είδηση ενός φρικτού πνευματικού σκότους. Όλοι ακούσαμε για την άγρια δολοφονία ενός ηλικιωμένου έντιμου ανθρώπου και ενός αθώου αρνιού του Θεού, ενός αβοήθητου κοριτσιού 14 ετών. Και ποιος ομαλός άνθρωπος θα μπορούσε να μείνει αδιάφορος σε μία τέτοια είδηση, να μην ταραχθεί και να αηδιάσει από μια τέτοια σατανική πράξη;! Απλώς, κάθε ανθρώπινη ψυχή γεμίζει από πίκρα και θλίψη για ένα τόσο θηριώδες έγκλημα. Και εννοείται, ζητάει ευθύνη. Θέλει τη νίκη της δικαιοσύνης. Είναι φυσικό για το ανθρώπινο πνεύμα να επιδιώκει τη δικαιοσύνη. Όχι προς το μίσος, όχι προς την εκδίκηση, αλλά προς τη δικαιοσύνη. Γιατί μια από τις ιδιότητες του Δημιουργού μας είναι η δικαιοσύνη. «δικαιοσύνη καὶ κρίμα κατόρθωσις τοῦ θρόνου αὐτοῦ»(Ψαλ. 96,2), λέει η Αγία Γραφή.

«Το φιλί του Ιούδα» από Giuseppe Diotti 1840
«Το φιλί του Ιούδα» από Giuseppe Diotti 1840

Έτσι, έχοντας ως φυσική την αίσθηση δικαιοσύνης, στον άνθρωπο από μόνο του επιβάλλεται το ερώτημα: πώς και γιατί επιτράπηκε ένα τόσο φρικτό πράγμα; Όχι μόνο ποιος είναι ο λόγος (εάν καθόλου μπορεί να βρεθεί λόγος και λογική για μία τέτοια παράλογη πράξη), αλλά τί και ποια είναι η γένεση που οδήγησε σε αυτό; Οι αρχές ασφαλείας και νομικής δίωξης του κράτους επιβεβαίωσαν ότι ο δράστης του θηριώδους εγκλήματος είναι ένας γνωστός και αποδεδειγμένος κοινωνιοπαθής με εγκληματογόνη παθολογία, για τον οποίο ορισμένα μέσα είπαν ότι ήταν «πολιτικός», «δημοσιογράφος», «επιχειρηματίας», «πατριώτης» κ.ά. Και εδώ ακριβώς τίθεται το πιο οδυνηρό ερώτημα, όπου καίει το πυρ του αισθήματος δικαίου. Γιατί έχουμε συνηθίσει να επιτρέπουμε σε τέτοιους εγκληματίες έναν δημόσιο χώρο στην κοινωνία μας; Γιατί ανεχόμαστε τόσο καιρό τέτοια παράσιτα να σκορπίζουν κάθε είδους μίσος, να εκτοξεύουν διάφορες ύβρεις και συκοφαντίες, να σκορπίζονται ανοιχτά με διάφορες απειλές, συμπεριλαμβανομένου και του φόνου;! Γιατί τόσο παρακμασμένοι άνθρωποι γίνονται πρότυπα, παραδείγματα που γίνονται είδωλά μας; Γιατί έπρεπε να περιμένουμε να συμβεί μία τόσο τρομερή κακουργία για να ξεσηκωθούμε και να αρχίσουμε να ζητάμε μέτρα; Και τώρα, πού να αναζητήσουμε την ευθύνη, επειδή ακριβώς από εκείνη την επιβεβλημένη ομίχλη σιωπής και απόκρυψης σε ολόκληρη την κοινωνία μας που τρέχει εδώ και δεκαετίες, δεν μπορούμε να δούμε τις αχτίδες της δικαιοσύνης; Ούτε οι προηγούμενοι λόγοι, αλλά ούτε το ζήτημα της ευθύνης πρέπει να επισημανθεί, δείχνοντας με το δάχτυλο κάποιον συγκεκριμένα, αλλά η ευθύνη πέφτει, λίγο πολύ, πάνω σε όλους μάς. Είμαστε όλοι υπεύθυνοι για τη διάβρωση της κοινωνίας. Επομένως, είναι καλύτερο να ξεκινήσουμε όλοι με το να διορθώνουμε τον εαυτό μας. Ταυτόχρονα, ενθαρρύνουμε ανοιχτά και τους θεσμούς και τα άτομα να μην αποστατήσουν από τον αγώνα για ένα καλύτερο, ασφαλέστερο και δικαιότερο αύριο, αλλά να προσεγγίσουν με πίστη, διότι αν επιμείνουμε στο καλό, αναπόφευκτα αυτό θα επικρατήσει. Ο καθένας μπορεί να συνεισφέρει, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων και των εξουσιών του, και φυσικά, μέσω του νομικού και ηθικού συστήματος.

Μεταξύ άλλων, μια από τις κυριότερες εμμονές του υποδεικνυόμενου δολοφόνου τα τελευταία 2-3 χρόνια ήταν ακριβώς και ο Γέροντας και πνευματικός πατέρας μας, ο Επίσκοπος Αντανίας κ. Παρθένιος, και μέσω αυτού ολόκληρη η μοναχική μας κοινότητα, καθώς και κάποιοι φίλοι μας, αδελφοί και αδελφές. Τι ύβρεις, απειλές και αηδίες ακούσαμε από εκείνον τον σκοτεινό άνθρωπο και από κάποιους οπαδούς του! Ακόμη και ανοιχτές εκκλήσεις για απέλαση, ξυλοδαρμό και απαγχονισμό. Και μέσω των κοινωνικών δικτύων, αλλά και μέσω προσωπικών επαφών. Αρχίσαμε να νιώθουμε απειλούμενοι, ανασφαλείς, να ζούμε σε αβεβαιότητα, σε αγωνία. Και μιλήσαμε, και γράψαμε, και κάναμε έκκληση να ληφθούν μέτρα, για να μην γίνει κάτι πιο τρομερό, αλλά, δυστυχώς, οι εκκλήσεις μας δεν εισακούστηκαν από την κοινωνία μας. Οπωσδήποτε, εμείς οι Χριστιανοί ζούμε σταυρικά και σε ταπείνωση. Υπάρχουν όμως όρια, τα οποία, επηρεασμένα από τους νόμους της κοινωνικής τάξης, δεν πρέπει να ξεπεραστούν. Μας είναι πραγματικά δύσκολα το ότι ακόμη και τώρα, στις αναλύσεις των εγκλημάτων του πρώτου ύποπτου τέρατος, δεν αναφέρουν το βάσανο στο οποίο υποβλήθηκαν και πρόσωπα της Εκκλησίας, κάτι που επιτελούνταν μέσα από μια εξαιρετικά αρνητική και αναληθή εκστρατεία, η οποία μεταξύ άλλων, υποστηρίχθηκε και από ξένο παράγοντα, καλά γνωστό από τις καταστροφικές του πρωτοβουλίες και κινήσεις που καταστρέφουν την πρόοδο της χώρας μας προς καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Και δεν είναι τρομερό που ήμασταν μόνιμος στόχος επιθέσεων. Το τρομερό είναι ότι επιτράπηκε να πάθει μία αθώα κοπέλα στην άνθιση της νεότητάς της. Αλλά υπάρχει και ένα άλλο ηθικό ζήτημα εδώ. Τι γίνεται με εκείνους τους συνεργάτες εκείνου του δαιμονισμένου δολοφόνου – μεταξύ των οποίων, δυστυχώς, υπάρχουν και ορισμένα πρόσωπα από τους κύκλους της Εκκλησίας, που τον στήριζαν στο κακό του, του παρείχαν συκοφαντικές πληροφορίες, τον ενθάρρυναν ποικιλοτρόπως να κάνει το σατανικό έργο – την συκοφαντία και το μίσος; Θα υπάρξει ευθύνη και γι’ αυτούς ή απλώς θα επιτρέψουμε στον καρκίνο του κακού να εξαπλώνεται περαιτέρω στην κοινωνία μας; Θα επιτρέψουμε την ευθύνη για όλο εκείνο το γλέντι του κακού να την φέρει μόνο ο κύριος ανταγωνιστής, και όχι αυτοί που παρήγγειλαν επιθέσεις, που πυρπολούσαν την ατμόσφαιρα, που με πονηρή λαθραία παρακινούσαν; Διότι όταν τελειώσει η χρηστική αξία του κύριου κακού, αυτοί, οι παραγγελιοδότες, εξίσου, αν όχι περισσότερο, έμπειροι στο μίσος και τη συκοφαντία, θα ξεκινήσουν το αρπακτικό τους κυνήγι και θα συνεργαστούν με έναν νέο σύμμαχο στο κακό. Να, πρόσφατα είχαμε ένα παράδειγμα με τη δημόσια έκθεση της συκοφαντικής και εκβιαστικής δραστηριότητας μιας διαδικτυακής πύλης, της οποίας ο ιδιοκτήτης ξεπέρασε κάθε όριο ευπρέπειας και ηθικής, όταν με ψέματα και υπαινιγμούς κατέστρεφε το παρόν, το μέλλον και την αξιοπρέπεια πολλών ατόμων, μόνο και μόνο για την απόκτηση υλικού οφέλους. Οι κρατικοί θεσμοί, όπως τους αρμόζει, έδρασαν και καθάρισαν την πληγή, αλλά δυστυχώς η μόλυνση έμεινε να σιγοκαίει, γιατί οι παραγγελιοδότες των λεκτικών εγκλημάτων μέχρι σήμερα παραμένουν έτσι χωρίς να αντιμετωπίσουν την δικαιοσύνη.

Το κράτος, οι θεσμοί, η διανοούμενη μάζα, οι διάφορες οργανώσεις και κοινότητες, δηλαδή όλοι εμείς, θα πρέπει να οικοδομήσουμε ένα σύστημα που άμεσα θα κυρώνει και θα απορρίπτει τους ψευδοπολιτικούς, τους τσαρλατάνους, τους ψεύτικους πατριώτες, τους συκοφάντες και τους σπορείς μίσους. Ανάμεσά τους, θα επαναλάβουμε, υπάρχουν και τέτοιοι που προέρχονται από τους εκκλησιαστικούς κύκλους, που, επίσης, η κοινωνία, το κράτος, ο λαός και πρώτα απ’ όλα η ίδια η Εκκλησία πρέπει να τους ζητήσουν ευθύνη. Να θυμίσουμε, κάποιοι από τον εκκλησιαστικό κλήρο, καθώς και κάποιοι «πιστοί», συμμετείχαν ενεργά στη διάδοση ψευδούς πατριωτισμού και απειλητικών κατασκευασμάτων, γεμάτων ψέματα και επινοήσεις, που διαδόθηκαν με τις δημόσιες εμφανίσεις του πρώτου υπόπτου της τερατώδης δολοφονίας. Και μάλιστα, τον βοηθούσαν να ανοίξει δικά του παραρτήματα σε κάποιες πόλεις, ώστε μέσα από την καμπάνια για τη «σωτηρία» της Εκκλησίας να αποκτήσει μεγαλύτερη τηλεθέαση και υψηλότερη πολιτική βαθμολογία.

Άλλωστε, είναι καιρός πρώτα ο καθένας μας να ξεκινήσει από τον εαυτό του – ο καθένας από εμάς να κλείσει τις πόρτες της καρδιάς του σε κάθε κακία, χαιρεκακία, φθόνο και μίσος, γιατί, ενώ απολαμβάνουμε και χορταίνουμε με συκοφαντίες και λόγια μίσους εναντίον οποιουδήποτε, γινόμαστε συνεργοί στη δολοφονία της κάποιας αθώας ψυχής. Πρωτίστως, των αγνών παιδικών ψυχών.

Εδώ και καιρό η κοινωνία μας χρειάζεται μεταρρύθμιση των αξιών, ακριβέστερα – επιστροφή στις αξίες. Ας ξεκινήσουμε από τώρα, γιατί είναι πολύτιμες οι ζωές των παιδιών μας και κάθε ατόμου.