Χριστουγεννιάτικη συνέντευξη του Аρχιμανδρίτη Παρθενίου για το πρακτορείο ειδήσεων ΜΙΑ

Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο/στη:
Χριστουγεννιάτικη συνέντευξη του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Παρθενίου, για το εθνικό πρακτορείο ειδήσεων ΜΙΑ, τη 5η Ιανουαρίου 2018

  1. Εν όψει της παραμονής Χριστουγέννων και της μεγάλης γιορτής της Γέννησης του Χριστού, κατά πόσο οι πιστοί χριστιανοί σέβονται τα έθιμα και την παράδοση;

Τα τελευταία χρόνια στην πατρίδα μας παρατηρήθηκε ένα ελπιδοφόρο φαινόμενο – δηλαδή, στις μεγάλες γιορτές οι ναοί είναι γεμάτοι με ανθρώπους οι οποίοι, αληθινά, εμπειρικά πράττουν την πίστη, και αυτό δείχνει ότι αυτή, η πίστη, είναι ουσιαστικά παρούσα στις ζωές τους. Αυτό βέβαια οφείλεται σε περισσότερα παράγοντα, μεταξύ των άλλων και στην αναγέννηση και αύξηση του κοινοβιακού μοναχισμού, το οποίο αναμφισβήτητα συνέβαλε πολύ για την επιστροφή της αγιοπατερικής και παραδοσιακής ζωής της Εκκλησίας. Εδώ βοηθάει και η εκτεταμένη ορθόδοξη πνευματική λογοτεχνία, επομένως και οι σύγχρονες μέθοδοι για την κήρυξη της πίστεως μέσω ιντερνέτ και ΜΜΕ, αλλά πολύτιμο για το ορθόδοξο βίωμα της πίστης είναι και το ζωντανό παράδειγμα στα μοναστήρια, τα οποία είναι ανοιχτά για τον καθένα που θέλει πιο αφιερωμένα να ενημερωθεί για τις βάσεις και την ουσία της πιστής του, για τα παλιά έθιμα τα οποία προέρχονται από την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση, όπως και σε μεγάλο βαθμό και από τους πνευματικούς πρεσβυτέρους. Και βλέπω ότι όλα αυτά θετικά αντικατοπτρίζονται στους ανθρώπους: μεγαλώνει το ενδιαφέρον για την πνευματική ζωή, οι εκκλησιαστικές ιστοσελίδες έχουν πιο πολλούς επισκέπτες, ο λαός εκκλησιάζεται και σε μεγάλο ποσοστό επιστρέφεται στα ουσιαστικά ορθόδοξα έθιμα, τα οποία, εννοείται, συνιστούν το ορθό προσκύνημα του Θεού.  Αυτή είναι μία ευχάριστη τάση.

  1. Λόγω του ταχέως τρόπου ζωής, οι πιστοί πιο συχνά επισκέπτονται τους ιερούς ναούς ζητώντας την πνευματική τους ειρήνη και ηρεμία. Έχετε εντύπωση ότι ο αριθμός τους μεγαλώνει; Και τι είναι αναγκαία σε έναν πιστό για να μπορεί και έξω από τον ιερό ναό να βρει την πνευματική ειρήνη του;

Σε όλους μας ήδη είναι πολύ σαφές ότι ο ταχύς τρόπος ζωής και η υπερβολική, ανώφελος παράχρηση της τεχνολογίας, όπως είναι η τηλεόραση, τα κοινωνικά δίκτυα και γενικά το ιντερνέτ, τόση πολύ δύναμη και χρόνο κλέβουν από τους ανθρώπους, τόσο πολύ τους καταλαμβάνουν, που αυτοί πλέον δεν βρίσκουν δυνάμεις και δεν καιρό ούτε για τον Θεό, ούτε για τον εαυτό του, και ακόμα λιγότερο ένας για τον άλλον. Αγνοούνται οι γιορτές, εξαφανίζονται οι οικογενειακές συναντήσεις, οι όμορφες φιλίες. Εγώ ελπίζω ότι αυτή είναι μία τάση η οποία θα περάσει, ότι και η τεχνολογία θα βρει την σωστή θέση στην καθημερινή ζωή του σύγχρονου ανθρώπου, ότι η κατάχρησή της αφήνει τους ανθρώπους κενούς και πεινασμένους για την τόσο αναγκαία ειρήνη. Αυτό δεν είναι περίπτωση μόνο στην χώρα μας. Όλος ο κόσμος σήμερα βρίσκεται σε μια υπαρξιακή πνευματική κρίση, αλλά ο άνθρωπος ως ων είναι δημιουργημένος πάντα να αναζητά την έξοδο, την εσωτερική πληρότητα, την χαρά και την ειρήνη. Όλα αυτά θα τα βρει μόνο σ’ Αυτόν, του οποίου την Γέννηση τώρα εορτάζουμε. Αυτός, Χριστός ο Θεός, είναι το μοναδικό όνομα στην υφήλιο το οποίο μας δόθηκε για την σωτηρία, ο μεγαλύτερος Ευεργέτης και Ειρηνοποιός, ο Εμπνευστής της ειρήνης και όλων των αρετών του ανθρώπου.

Δηλαδή, μόνο ο Θεός μπορεί να μας δώσει αυτή την ειρήνη, την οποία δεν μπορεί να αλλάξει με τίποτα άλλο. Ψάχνοντάς την, οι άνθρωποι έρχονται στους ναούς, αλλά ο Θεός, επειδή είναι πολυέλεος, ακόμη και στους σκεπτικούς από την άποψη της πίστεως, που μόνο σύντομα θα επισκεφτούν τον ναό να ανάψουν ένα κερί, τους δίνει ειρήνη, και αυτοί, πολλές φορές, βγαίνοντας από το ναό, λένε: «Νιώθω κάποια ασυνήθιστη ειρήνη, ηρεμία». Συνεπώς, αισθάνονται όμορφα, γεύονται την χάρη του Θεού. Και τώρα, φανταστείτε πως είναι όταν ο άνθρωπος θα αρχίσει να έρχεται στο ναό στις κυριακάτικες και εορτάσιμες Λειτουργίες και βαθιά θα αισθανθεί την χαρά την οποία προέρχεται από αυτήν! Τότε αυτή η ανείπωτη ειρήνη, και η χαρά, και η αγάπη, οι οποίες προέρχονται από την ευχαριστιακή ένωση με τον Θεό, θα εγκατασταθούν στην ψυχή του, και μετά σταδιακά θα διεισδύσουν και σε όλα τα τμήματα της ζωής και θα τον καλλιεργήσουν.

  1. Ποιο είναι το μήνυμά σας προς τους πιστούς εν όψει των Χριστουγέννων;

Μετά από 23 χρόνια πνευματικής καθοδηγήσεως ανθρώπων διαφόρων κατηγοριών, η εμπειρία μου δείχνει ότι η απουσία του Θεού από την καρδιά του ανθρώπου είναι μία πολύ σκοτεινή κατάσταση. Απλά ο άνθρωπος, στερημένος από τον Θεό, πέφτει σε τρομερή πνευματική άβυσσο, ζει αυθόρμητα και στο τέλος έρχεται στην κατάσταση της απογνώσεως. Αλλά όταν ξανά θα ενωθεί με τον Θεό, αυτός σαν να δημιουργείται ξανά, γίνεται όπως γράφει ο άγιος απόστολος Παύλος, «καινή κτίσις». Και ο πρώτος βαθμός της ξαναδημιουργήσεως είναι η μετάνοια. Όπως λέει ένας από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, αυτή η ενεργή μετάνοια μας δωρήθηκε «μόνο μέσω της προσευχής του Κυρίου Ιησού Χριστού στην Γεθσημανή, μέσω της Δικής του σταυρικής θυσίας και Αναστάσεως». Δηλαδή, ο Χριστός μας έδωσε αυτή την δυνατότητα. Παραδείγματος χάριν, ο ληστής στο σταυρό, ο οποίος μετανόησε στη τελευταία ώρα, έγινε νέος άνθρωπος στον Χριστό. Ταυτόχρονα, αυτός έγινε και ο πρώτος κάτοικος του Παραδείσου, φωτίστηκε, παρ’ όλο που ούτε δεν είχε χρόνο να κάνει καλά έργα. Πραγματικά, αν σκεφτούμε πιο ουσιαστικά, αυτός έκανε το καλύτερο δυνατό έργο: μέσω της μετανοίας είδε Τον Θεό στην Προσωπικότητα που κρεμόταν δίπλα του στο σταυρό, στον Χριστό. Γι’ αυτό ακριβώς ήρθε ο Χριστός στην γη – να μάθει τον άνθρωπο στην αληθινή αποκάλυψη και γνώση του Θεού, και με αυτόν τον τρόπο να τον ενώσει με τον Εαυτό του και να τον θεοποιήσει. Αν ακολουθήσουμε την λατρευτική, λειτουργική λογική, θα παρατηρήσουμε ότι η Γέννηση του Χριστού δεν είναι μόνο ένα ιστορικό συμβάν, αλλά και γεγονός που, ελεύθερα μπορούμε να πούμε, πάντοτε βιώνεται εκ νέου με ένα κεχαριτωμένο τρόπο, από όλες τις γενεές και ανά όλους τους αιώνες. Ο Θεάνθρωπος Χριστός γεννήθηκε μια φορά στο μικρό σπήλαιο του Βηθλεέμ, για να μπορεί εκ νέου να γεννιέται σε κάθε ανθρώπινο ων – εφόσον, εννοείται, οι άνθρωποι το θέλουν αυτό – ζωοποιώντας το και κάνοντάς το καινή κτίση. Έτσι ακριβώς πρέπει και να καταλάβουμε την ουσία των Χριστουγέννων – όπως μια ενεργή ένωση του ουρανού με την γη. Επειδή η γέννηση οδηγεί προς τον τελικό στόχο της Ενσάρκωσης του Χριστού, αυτό είναι η Σταύρωση, η Ανάσταση και η Ανάληψη, δηλαδή ολόκληρη η σωτηρία και η θέωση της ανθρώπινης φύσεως. Θα ήθελα όλοι οι άνθρωποι να νιώθουν τα Χριστούγεννα ακριβώς έτσι. Να νιώθουν τον Χριστό τόσο κοντινό, επειδή Αυτός μας πλησίασε και σας άνθρωπος. Να Τον ψάξουμε με πίστη, επειδή Αυτός αληθινά είναι ο πιο πλησίον μας.

  1. Οι πιστοί αντιδρούν στις υψηλές τιμές των μυστηρίων, τον γάμο, την κηδεία, το βάπτισμα… οι οποίες είναι διαφορετικές από αυτές που έχουν οι άλλες θρησκευτικές κοινότητες στην πατρίδα μας.

Σας ευχαριστώ για την ερώτηση αυτή, σωστή και στην κατάλληλη στιγμή. Εμείς ως μοναχική κοινότητα αρκετές φορές στην επίσημη ιστοσελίδα μας στείλαμε εκκλήσεις και διευκρινίσεις σε αυτό το θέμα. Και απλά αναρωτιέμαι πως μπορεί κάποιοι άνθρωποι, ή να μην πω, κέντρα – δεν θα ήθελα τώρα να φανταστώ κάποιες συνωμοσίες εναντίον της Ορθοδοξίας – να επιβληθούν σκέψη στους ανθρώπους ότι, υποτιθέμενα, η ορθόδοξη πίστη είναι η πιο ακριβή. Αλλά αντικειμενικά μιλώντας, η αλήθεια είναι ακριβώς αντίθετη. Μόνοι σας είπατε ότι τα «τιμολόγιά» μας είναι διαφορετικά από αυτά των άλλων θρησκειών. Έτσι ακριβώς, ουσιαστικά διαφορετικά! Επειδή, ενώ οι υπόλοιπες θρησκευτικές κοινότητες και ιδρύματα έχουν μηναία ή ετησία τιμολόγια, τα οποία τα μέλη τους δεν μπορούν να αποφύγουν αν θέλουν να είναι ενεργά μέλη, σε μας, στην Ορθόδοξη Εκκλησία, τα πράγματα είναι έτσι: πιο συχνά μια φορά στη ζωή κάνουμε γάμο, μέχρι δύο – τρεις φορές θα είμαστε κουμπάροι, ίσως θα βαπτίσουμε δύο – τρία παιδιά και αυτά είναι. Ναι, ίσως μία φορά του χρόνου ο ιερέας θα έρθει στο σπίτι μας για αγιασμό. Αν υπολογίσουμε καλά, θα δούμε ακριβώς, πόσο λίγο βοηθάμε την Εκκλησία μας. Και μετά θα έρθουν σε μένα κάποιοι πιστοί και θα μου πουν: «Πάτερ, βλέπουμε πως μοιράζουν προτεσταντικά βιβλία στις πόλεις, και τι πολυτελές εκδόσεις! Γιατί η Εκκλησία μας δεν το κάνει αυτό;» Πώς να το κάνει, όταν από τα χρήματα που παίρνει από τα μυστήρια, αυτή πρέπει να δώσει μισθούς για τους κληρικούς, για την διαχείρισή της, για συντήρηση των ναών και των εκκλησιαστικών κτηρίων… αλλά καλό ποσοστό από αυτά τα χρήματα πηγαίνουν και για τις ανάγκες της Θεολογικής Σχολής και του Εκκλησιαστικού Σεμιναρίου. Ερώτημα είναι αν γενικά παραμένει κάτι για εκτύπωση βιβλίων.

Λυπάμαι που σχετικά με αυτήν την ερώτηση εμφανίζεται, ας πω, η τάση του λαού μας να πιστεύει στις προκαταλήψεις και να ακούει μόνο αυτό που ακούγεται ενδιαφέρον για τα αυτιά του. Και όχι μόνο που δεν θέλει σωστά να ενημερωθεί, αλλά και όταν θα του αποδείξουν την αλήθεια, αυτός απλά δεν την αποδέχεται, και πεισματικά μένει στην σκληρή άποψή του. Αλλά τώρα, στην παραμονή της όμορφης αυτής εορτής, πρέπει να μιλήσουμε για όμορφα πράγματα, και ο πιο όμορφος είναι ο Σωτήρ Χριστός και η γέννησή Του, η οποία μας φωτίζει με φωτεινές ακτίνες της θεϊκής χαράς. Να προσευχηθούμε στον αιώνιο Θεάνθρωπο να φωτίσει όλους και να τους κάνει να αγαπούν την αλήθεια, και να καταλάβουν ότι η υλική συντήρηση της Εκκλησίας μας εξαρτάται από την προαίρεσή μας, δηλαδή σε όλους δίνει την ελεύθερα μόνοι τους να αποφασίσουν πόσο θα την βοηθήσουν.

  1. Στην Ιερά Σύνοδο της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος γενικά υπάρχει ενότητα μεταξύ των ηλικιωμένων και νέων μητροπολιτών;

Συνήθως το γήρας θεωρείται ως αρνητικό φαινόμενο, σαν ένα ανεπιθύμητο στάδιο της ανθρώπινης ζωής, κάτι που παραμελείται και δεν τιμάται, επειδή αυτή είναι συνώνυμο της οπισθοδρομικότητας, ανωφέλειας και ακαρπίας, και κάνει χάσμα μεταξύ τους νέους και τους ηλικιωμένους. Στην παράδοση και στην ζωή της Εκκλησίας, η κατανόηση του γήρατος είναι ουσιαστικά διαφορετική, εκεί δεν υπάρχουν τέτοιες διαιρέσεις των γενεών, αλλά αντίθετα, πιο πολύ τιμάται η εμπειρία αυτών που πέρασαν σχεδόν όλη την ζωή, αγωνιζόμενοι για την ένωση με τον Θεό. Αυτοί στα χρόνια τους, σημαντικά εμπλούτισαν την πνευματική εμπειρία τους, και γι’ αυτό έγιναν πολύ ευχάριστη παρέα για τους νέους, έχοντας πολλά χρήσιμα πράγματα να μοιραστούν και να διδάξουν. Στη ορθόδοξη παράδοσή μας μένει τονισμένο το ότι οι νέοι από πάντα τιμούσαν και άκουγαν τις συμβουλές των γερών σοφών ανθρώπων της οικογένειας, και ευρύτερα, επειδή αυτοί, αγωνιζόμενοι κατά την ζωή με τις αδυναμίες και τους πειρασμούς τους, υψώθηκαν σε ένα πιο ψιλό πνευματικό επίπεδο, απέκτησαν την χάρη του Θεού και μ’ αυτήν επιτυχώς πέρασαν τον δρόμο που οι νέοι μέλλει να περάσουν. Αυτό ειδικά ισχύει για τον κλήρο της Εκκλησίας – αυτοί που όλη την ζωή τους προσπαθούσαν και πνευματικά αγωνίστηκαν, γίνονται πνευματικοί γέροντες. Και αλήθεια, για μας αποτελεί μεγάλο πνευματικό πλούτος να ακούσουμε την σοφία και να ακολουθήσουμε την εμπειρία του βιώματος, π.χ., ενός επισκόπου που παρέδωσε όλη του την ζωή στον Θεό. Αυτό ισχύει και για έναν ηγούμενο, και για καθένα καλό πρεσβύτερο και μοναχό. Οι μοναχοί, αν και να είναι νέοι, τους αποκαλούμαστε «καλόγερους» που σημαίνει: καλός γέρος. «Γῆρας γὰρ τίμον οὐ τὸ πολυχρόνιον οὐδὲ άριθμῷ ἐτῶν μεμέτρηται, πολιὰ δέ ἐστιν φρόνησις ἀνθώποις καὶ ἡλικία γήρως βίος ἀκηλίδωτος» – είπε ο σοφός βασιλιάς Σολομών (Σοφία Σολομώντος 4, 8-9). Αυτό μας δείχνει ότι η σοφία και το γήρας είναι συνεπιβάτες μόνο αν στο γήρας φτάσουμε με «βίο ἀκηλίδωτο», δηλαδή με αγώνα με τις αδυναμίες και με τα πάθη μας, με τον παλαιό άνθρωπο μέσα μας. Τέτοιος άνθρωπος πνευματικά ποτέ δεν γίνεται γέρος και μένει πάντα νέος. Τέλος, αν και δεν είμαι μέλος της Ιεράς Συνόδου, νομίζω ότι σ’ αυτήν δεν πρέπει να υπάρχει διαίρεση βάσει των γενεών, ούτε ασέβεια των νέων προς τους ηλικιωμένους και αντίθετα.

  1. Υπάρχει συμμόρφωση στις στάσεις στην Ιερά Σύνοδο σχετικά με το αίτημα και την αποδοχή του Πατριαρχείου Βουλγαρίας να είναι Εκκλησία – μεσίτρια της Αρχιεπισκοπής μας;

Αυτό το θέμα προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις. Μόλις αναφέρθηκε η δυνατότητα ότι η Βουλγαρική Εκκλησία μπορεί να γίνει Εκκλησία – μεσίτρια της σημερινής ανανεωμένης Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, αμέσως άρχισε φοβερός θόρυβος και αρνητική προπαγάνδα. Και σαν αμέσως να ξεχάστηκε αυτό που πενήντα χρόνια από την ανακήρυξη της αυτοκεφαλίας μας και τα προηγούμενα είκοσι χρόνια αγώνα του κλήρου μας – δηλαδή ήδη 70 χρόνια εμείς διαπραγματευόμαστε με την Σερβική Εκκλησία, την οποία οι δυσφορείς ιστορικές περιστάσεις μας επέβαλαν ως Μητέρα Εκκλησία. Δηλαδή αυτή σε καμία περίπτωση δεν είναι συνηθισμένη Μητέρα Εκκλησία, που έγινε μητέρα σε μία φυσική ροή των πραγμάτων, αλλά καθαρά πολιτικώς και δια της βίας επιβαλλόμενη, σε μία πολύ δύσκολη εποχή για την Εκκλησία μας, όπως ήταν οι εποχές μετά τους δύο Παγκόσμιους πολέμους. Γι’ αυτό, όχι μόνο που δεν βρέθηκε λύση του προβλήματος, αλλά μεταξύ των άλλων, ζήσαμε και το τραγικό σχίσμα, επειδή η Σερβική Εκκλησία είδε την ολοκλήρωση των ενδιαφερόντων της στην δημιουργία της παράλληλης ιεραρχίας, της λεγομένης «Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος» του Ιωάννου Βρανίσκοβσκι, πρώην Μητροπολίτης Παραβαρδαρίου. Πρόσφατα ακούσαμε και μία δήλωση του επισκόπου Μπάτσκας Ειρηναίου Μπούλοβιτς, πως, υποτιθέμενα, η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος στην νεότερη ιστορία ανήκε στην Σερβική Εκκλησία. Πρέπει επιτέλους καθαρά να πούμε στην δημοσιότητα, ότι όχι μόνο που αυτό δεν ισχύει, αλλά είναι αντίθετο – η Σερβική Εκκλησία προέρχεται από την Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, δηλαδή η δεύτερη ήταν Μητέρα Εκκλησία της πρώτης, επειδή τα σύνορα της  Αρχιεπισκοπής μέχρι την εποχή του αγίου Σάββα, ήταν μέχρι την Δαλματία. Δηλαδή, το έτος 1219, ο άγιος Σάββας πήγε στον Οικουμενικό πατριάρχη ο οποίος είχε εξοριστεί στην Νίκαια, επειδή τότε η Κωνσταντινούπολη ήτανε κάτω από την λατινική κατοχή. Με την βοήθεια των χρημάτων που είχε λάβει από τον πατέρα του Συμεών, ο άγιος Σάββας πραγματικά αγόρασε τον Τόμο, και μετά αυθαίρετα διαχώρισε μερικές επαρχίες από την Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, ανακηρύττοντας την Αρχιεπισκοπή Πεκίου. Ο αρχιεπίσκοπος Αχρίδος Δημήτριος Χωματιανός, έθεσε και σχίσμα στην τότε δημιουργημένη Εκκλησία Πεκίου και για δέκα χρόνια δεν υπήρχε συλλείτουργο μεταξύ τους. Σύντομα, ωστόσο, ήρθε στη έκφραση η μητρική συναίσθηση της τότε Αρχιεπισκοπής Αχρίδος και μόνο για δέκα χρόνια το σχίσμα ξεπεράστηκε. Ταυτόχρονα αυτή ποτέ δεν ζήτησε η αρχιεπισκοπή Πεκίου να γυρίσει σε στάση της αυτονομίας και υποταγής, αλλά την αναγνώρισαν ως αυτοκέφαλη και συλλειτούργησαν μαζί της. Συγκρίνετε τώρα αυτή την αδελφική πράξη της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, με την έλευση της Σερβική Εκκλησία στην πατρίδα μας το 1918! Πόσο βίαια τότε είχε επιβληθεί την δικαιοδοσία της στα εδάφη του σημερινού κράτος μας, και πόσο αντιχριστιανικές ήταν οι περαιτέρω ενέργειές της, η φυγή της το 1941, μετά η άρνηση της αναστηλώσεως της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος στο πρόσωπο της σημερινής Εκκλησίας, οι συνθήκες για συνεργασία μαζί τους, στις οποίες ήμασταν εξαναγκασμένοι από τις πολιτικές περιστάσεις, η άρνηση την εθνικότητός μας κλπ. Η συμπεριφορά της Σερβικής Εκκλησίας προς εμάς, ιστορικά μιλώντας, είναι ένας αόρατος Γολγοθάς, μία τρομερή αδιαλλαξία και αδιαφορία προς το θέμα μας, εξαιρετικά αντίθετη προς την ποιμαντική, εκτός από μερικά παραδείγματα αρχιερέων και πνευματικών. Αυτά τα εβδομήντα χρόνια η Σερβική Εκκλησία μας επέβαλε μία σκληρή απομόνωση που δεν έχει συμβεί σε καμία άλλη Εκκλησία στη ιστορία. Και το σχίσμα της Βουλγαρικής Εξαρχίας διάρκεσε 70 χρόνια, όμως δεν ήταν στερημένη από συλλείτουργο με την Ρωσική Εκκλησία κ.α. Ή ας πούμε, η Ορθόδοξη Αμερικανική Εκκλησία σήμερα, αν και δεν είναι αναγνωρισμένη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αυτή συλλειτουργεί με όλες τις Εκκλησίες εκτός από τις ελληνόφωνες, αλλά έχουμε περιπτώσεις όταν και Έλληνες αρχιερείς συλλειτουργούν μαζί τους. Δηλαδή έχουμε υποβληθεί σε πρωτοφανή και τρομερή απομόνωση.

Οι Σέρβοι εθνικιστές αρχιερείς με τίποτα δεν θέλουν να δεχτούν ότι η αναστήλωση της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος ήταν το θέλημα του κλήρου, και του μοναχισμού, και του ορθοδόξου λαού. Και μέχρι σήμερα είναι έτσι. Και ακριβώς αυτή η μάχη για την αναστήλωση της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, ίσως έπαιξε το βασικό ρόλο και στην δημιουργία του συγχρόνου ανεξαρτήτου κράτους μας. Ίσως γι’ αυτό το λόγο κάποιοι θα μας κατηγορήσουν για εθνοφυλετισμό, αλλά, αντίθετα – η αντίσταση του κλήρου μας ήταν ο μοναδικός τρόπος να σωθούμε από τον εθνικισμό τους, ο οποίος εθνικισμός φαίνεται και σήμερα. Επειδή, φανταστείτε, αν στα χρόνια του ’90 εδώ υπήρχε κάποια αυτόνομη Εκκλησία στην δικαιοδοσία της Σερβικής, τα δικά μας μοναστήρια, σύμφωνα με την πολιτική και τον τρόπο δράσης της Σερβικής Εκκλησίας στο παρελθόν, σε πιο μεγάλο ποσοστό θα ήταν κατεχόμενα από πολιτικά οδηγούμενο μοναχισμό, το οποίο δυστυχώς, όπως είναι και η Σερβική Εκκλησία, θα ήταν προπύργιο του Σερβικού εθνοφυλετισμού και θα έκανε την εξάπλωση της σερβικής προπαγάνδας. Τότε αναρωτιέμαι, αν εμείς θα είχαμε γενικά επιθυμία για ένα ανεξάρτητο κράτος; Κατά συνέπεια, εμείς σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να γυρίσουμε σε οποιαδήποτε αυτονομία κάτω από την Σερβική Εκκλησία. Επίσης, εξαιρετικά άδικο είναι το αίτημα της Σερβικής Εκκλησίας να γυρίσουμε σε αυτήν, να ζητούμε συγγνώμη για κάτι που έκαναν οι θεοσεβείς και ειλικρινείς πρόγονοι μας στην Κληρικολαϊκή Σύναξη το 1967, με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Δοσίθεο. Αυτός αρχιποιμένας μας έκανε, αληθινά, άγιο και μακαριστό εκκλησιαστικό και εθνικό έργο. Γι’ αυτό το λόγο, το δικό του όνομα μένει σκαλισμένο με χρυσά γράμματα στην κοινή μνήμη μας, ως ορθόδοξος ποιμένας του λαού και πνευματικός γίγαντας. Αιωνία η μνήμη αυτού!

Σε σχέση με την Βουλγαρική Εκκλησία, η μακρόχρονη προπαγάνδα και η συμπύκνωση μίσους εναντίον του ανατολικού γείτονός μας, εναντίον του αδελφικού βουλγαρικού λαού, δυστυχώς, συνέβαλε για τα σημερινά λάθος και κακόβουλα συμπεράσματα ότι, υποτιθέμενα, κάνουμε μεγάλη αμαρτία και προδοσία που ζητήσαμε άλλη Μητέρα Εκκλησία αντί την Σερβική. Εδώ θα πούμε ότι το Βουλγαρικό Πατριαρχείο έχει πολύ μεγαλύτερο εκκλησιαστικό και ιστορικό δικαίωμα να είναι Εκκλησία – μεσίτρια της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, επειδή μας συνδέει η μακρόχρονη κοινή ιστορία, αρχίζοντας από την Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, και στη συνέχεια η κοινή Εξαρχία. Έτσι και στον Καταστατικό Χάρτη της σημερινής Βουλγαρικής Εκκλησίας – Βουλγαρικό Πατριαρχείο, υπάρχουν στερεές βάσεις αυτή να είναι Εκκλησία -μεσίτρια της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, όπως και να ζητήσει την αναγνώρισή της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Επειδή το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ονομάζεται Μητέρα Εκκλησία, σχεδόν όλων των ορθοδόξων εκκλησιών και στο τέλος ο Τόμος πάντα χαρίζεται από αυτήν. Εδώ θα ήθελα να απατήσω και σε αυτούς που άδικα φοβούνται ότι η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, θα γίνει υποταγμένη Εκκλησία. Αντίθετα, με την απόκτηση της αυτοκεφάλου εκκλησιαστικής καταστάσεως, που εμείς ζητάμε από το Βουλγαρικό Πατριαρχείο, γινόμαστε δύο ισότιμες αδελφικές εκκλησίες. Με τίποτα δεν πρέπει να ξεχάσουμε αυτή την αδελφική απάντηση της Βουλγαρικής Εκκλησίας: αυτή αμέσως βγήκε εμπρός στη δική μας αίτηση και έκανε επιτροπή, η οποία ήδη δύο φορές συναντήθηκε με την επιτροπή της Εκκλησίας μας. Αυτό μας δίνει ελπίδα ότι επιτέλους θα λυθεί το θέμα μας. Φυσικά, και οι Σέρβοι δεν πρέπει να εξαιρεθούν από την λύση της καταστάσεως μας, επειδή αυτοί είναι ορθόδοξοι αδελφοί μας, γείτονές μας και πρέπει να βγουν με εποικοδομητικές προτάσεις, και να μην ακούμε δηλώσεις σαν αυτή του κ. Ειρηναίου Μπούλοβιτς, ότι αυτό που τώρα γίνεται με την Αρχιεπισκοπή Αχρίδος είναι κατεδάφιση της ορθοδοξίας. Αυτή η αναχρονιστική κατανόηση αληθινά είναι αστεία. Πρέπει να κηρύξουμε την Ορθοδοξία και να την υπερασπιστούμε όπως μας μαθαίνει ο Χριστός, με την αγάπη Του, και να μην εξαπλώνουμε διαφωνία και μίσος, να εφαρμόζουμε κάποιους μεθόδους της «Ιεράς Εξετάσεως», όπως είναι για παράδειγμα, ο αφορισμός από την Θεία Κοινωνία ενός ολοκλήρου λαού κλπ. Συνεπώς, οι αρχιερείς της Σερβικής Εκκλησίας πρέπει να αναρωτηθούν αν με την απομόνωση που την επιβάλλουν στον ορθόδοξο λαό μας και όλες οι ιστορικές αδικίες στην Εκκλησία μας, οδηγούν στον όφελος της Ορθοδοξίας, ή των αντιπάλων τις…

Στο τέλος θα τονίσω ότι η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, όπως κάποτε, έτσι και σήμερα είναι Εκκλησία των πολλών εθνικοτήτων των ορθόδοξων. Ως τέτοια, τυγχάνει την υποστήριξη όλων των ορθοδόξων της πατρίδος μας ανεξαρτήτως της εθνικότητος, ανεξαρτήτως αν είναι Βλάχοι, Ρομά, Σέρβοι, Έλληνες κ.α. – όλοι αυτοί εκκλησιάζονται και κάνουν τα μυστήριά τους σ’ αυτήν και μαρτυρούν την αφιέρωσή τους σ’ αυτήν.

  1. Νομίζετε ότι η Εκκλησία Σερβίας και η Εκκλησία Ελλάδος μπορούν να μπλοκάρουν αυτό το εξαιρετικό βήμα της Εκκλησίας Βουλγαρίας, η οποία πρέπει να ενημερώσει και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, κίνηση που πρέπει να οδηγήσει στην αναγνώριση της αυτοκεφαλίας της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος;

Ήδη αναφέρθηκα στην συνεχή παρεμπόδιση από την Σερβική Εκκλησία, η οποία μας έφερε μόνο προσβολές, τρομερή απομόνωση και ανεπίλυτο εκκλησιαστικό ζήτημα. Οι προσωπικές μας επαφές με την Εκκλησία Ελλάδος είναι μεγάλες, έχουμε συνεργασία και με το Άγιο Όρος, αλλά πονάει αυτό που δεν μπορούμε δημόσια να συλλειτουργούμε, να κοινωνάμε, ακριβώς λόγω αυτής της αδιαλλαξίας της Σερβικής Εκκλησίας, η οποία αντιδρά σε οποιαδήποτε επαφή με κάποια άλλη Εκκλησία. Μεγάλη είναι η ευγνωμοσύνη μας προς την Εκκλησία Ελλάδος, η οποία ευλόγησε δικοί μας φοιτητές να σπουδάσουν θεολογία στην Θεολογική σχολή Θεσσαλονίκης, όπως και προς τον Άγιο Όρος, το οποίο πριν από τριάντα περίπου χρόνια άνοιξε τις πόρτες για μας και μας έδωσε ευκαιρία να μάθουμε την Αγιορειτική μοναχική παράδοση η οποία σε μας είχε διακοπεί. Χωρίς αυτό δεν θα μπορούσε να αναγεννηθεί ο κοινοβιακός μοναχισμός σε μας.

Προσπάθειες να μπλοκάρει την διαδικασία βέβαια ότι θα υπάρχουν, αλλά να ελπίζουμε στο έλεος του Θεού και στην φώτιση των αρχιερέων από τις αναφερόμενες Εκκλησίες, όπως η αλήθεια και η αγάπη να επικρατήσουν. Επίσης, νομίζω ότι ο θεόσοφος Πατριάρχης Βαρθολομαίος και αυτή την φορά θα αναδειχθεί ως αληθινός ποιμένας της Οικουμενικής Εκκλησίας, της Μητέρας Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, και θα κάνει το σωστό βήμα για τελική λύση αυτού του προβλήματος – έτσι όπως είναι αναγκαίο για να θεραπευτεί αυτή η μεγάλη πληγή της Ορθοδοξίας. Σε μία περίπτωση, όταν ακόμα και η στιγμή ίσως δεν ήταν κατάλληλη – στην κηδεία του μακαριστού Πατριάρχη Σερβίας Παύλου – αυτός έστειλε μήνυμα στον επόμενο προκαθήμενο της Εκκλησίας Σερβίας ότι γρήγορα πρέπει να λυθεί το πρόβλημα με την Εκκλησία μας. Αλλά η Σερβική Εκκλησία δεν τον άκουσε.

Βέβαια ότι ιδιαίτερα μεγάλο πρόβλημα για την λύση του εκκλησιαστικού μας θέματος είναι η δημιουργία της παράλληλης ιεραρχίας της αυτονόμου Αρχιεπισκοπής της Σερβικής Εκκλησίας, με επικεφαλής του πρώην Μητροπολίτη Παραβαρδαρίου Ιωάννη Βρανίσκοβσκι. Το κοινό πρέπει να γνωρίζει ότι η Εκκλησία αυτή δεν υπάρχει γραμμένη στα δίπτυχα της ορθοδόξου Εκκλησίας και δεν αναγνωρίζεται από το Οικουμενικό Πατριάρχη ως ξεχωριστή εκκλησιαστική οντότητα, αλλά ως επαρχία της Σερβικής Εκκλησίας. Δυστυχώς, μπορούμε να συμπεραίνουμε ότι αυτοί έγιναν θύματα της λανθασμένης σερβικής εκκλησιαστικής και εθνικής πολιτικής. Επειδή αυτοί στην πατρίδα μας είναι μία τεχνητή Εκκλησία, χωρίς λαό, αν και θέλουν να καυχηθούν με την παρουσία τους στην Ορθόδοξη οικουμένη. Μέχρι τώρα, αυτή η πράξη της δημιουργίας της παράλληλης ιεραρχίας της Σερβικής εκκλησίας, εξυπηρέτησε μόνο για μεγάλη βλάβη στην Ορθόδοξη Εκκλησία στην πατρίδα μας, επειδή με αυτή την κίνηση, πολλοί άνθρωποι έχασαν την εμπιστοσύνη στην Ορθοδοξία γενικά.

Ωστόσο, ελπίζω ότι στο τέλος θα επικρατήσει η αδελφική αγάπη επειδή όλοι εμείς είμαστε μαθητές του Χριστού, ο οποίος είναι Αγάπη και μας είπε: « Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ιωαν. 13, 35). Να ευχόμαστε ταπεινά και με την αγάπη, όχι μόνο εμείς οι μοναχοί, αλλά και όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί στη πατρίδα μας και παντού στον κόσμο, να επικρατήσει η αγάπη στους αρχιερείς για τελικά να θεραπεύει αυτή η πληγή της Ορθοδοξίας.