Κατανυκτικός Εσπερινός της Συγχωρήσεως

Ἐγκρατείᾳ τὴν σάρκα, ταπεινῶσαι πάντες σπουδάσωμεν, τὸ θεῖον ὑπερχόμενοι στάδιον, τῆς ἀμώμου Νηστείας, καὶ εὐχαῖς καὶ δάκρυσι, Κύριον τὸν σῴζοντα ἡμᾶς ἐκζητήσωμεν, καὶ λήθην τῆς κακίας παντελῆ ποιήσωμεν βοῶντες. Ἡμάρτομέν σοι, σῶσον, ὡς πάλαι Νινευΐτας, Χριστὲ Βασιλεῦ, καὶ κοινωνοὺς ἡμᾶς, οὐρανίου Βασιλείας ποίησον εὔσπλαγχνε. 

Θυμούμενοι την θλιβερή εικόνα – την εκδίωξη του Αδάμ και της Εύας από τον Παράδεισο – την οποίαν εικόνα η Εκκλησία μας τόσο πολύχρωμα ζωγράφισε μπροστά μας, στεκόμαστε στην αυλή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, με οδυνηρή επίγνωση της αμαρτίας μας, η οποία σαν ψηλός τοίχος μας κρύβει τον Θεό. Χρειαζόμαστε την συγχώρηση του Θεού για να αποκαταστήσουμε το πρωταρχικό ένδυμα της λερωμένης απο την αμαρτία ψυχής μας. Λαχταρούμε να επιστρέψουμε εκεί όπου λάμπει το φως του ηπίου προσώπου Του και από όπου κάποτε εκδιωχθήκαμε. Δεν μπορούμε όμως να βουτηχτούμε στο βάθος της νηστείας, δεν μπορούμε πραγματικά να μετανοήσουμε, ούτε να συμφιλιωθούμε με τον Θεό, εάν δεν συγχωρέσουμε πρώτα ο ένας τον άλλον. Η νηστεία χωρίς αυτήν την αμοιβαία αγάπη είναι μια δαιμονική παγίδα. Δεν περπατάμε στην έρημο της νηστείας ως μοναχικοί περιπλανώμενοι, αλλά ως μέλη μιας μεγάλης οικογένειας. Ο αγώνας μας  στη νηστεία πρέπει να ενισχύσει αυτές τις σχέσεις αγάπης. Και εδώ είναι το πρώτο βήμα. Με ειλικρινή πόνο στην ψυχή και με δάκρυα, ταπεινά ζητάμε συγχώρηση από τους συνανθρώπους μας, παρακαλώντας τον Θεό να μας δώσει το έλεός Του.

Σπεύδοντας έτοιμοι να ξεκινήσουν τη νηστεία, οι μοναχοί της αδελφότητας του Μπίγκορσκι, συνοδευμένοι από ένα τεράστιο πλήθος πιστών που έφθασαν από όλη τη χώρα μας, συγκεντρώθηκαν στο ναό του Τιμίου Προδρόμου, για να ανοίξουν εδώ ειλικρινά τις καρδιές τους σε μετάνοια ενώπιον του Θεού, ζητώντας απ’ Αυτόν και από τους πλησίον τους συγχώρηση για όλες τις αμαρτίες τους. Ο ναός άλλαξε τις φωτεινές στολές τους, υπενθυμίζοντας για το επικείμενο ταξίδι στις εβδομάδες της Τεσσαρακοστής, και η μοναχική χορωδία, μέσω των κατανυκτικών ύμνων, γεννούσε στις ψυχές τους αυτή την αίσθηση της χαρμολύπης, προετοιμάζοντάς τους για τη στιγμή της γενικής συγχωρήσεως. Και ιδού, με σκυμμένες ψυχές και σώματα, οι παρόντες στέκονται μπροστά στο πρόσωπο του Θεού, ενώ μέσα στις καρδιές τους αντηχεί η φωνή του Γέροντος Παρθενίου, που διαβάζει συγκλονιστικά τις προορισμένες ευχές. Υπό την ισχυρή επίδραση αυτή, οι καρδιές ανοίγουν τις πόρτες τους, ζητώντας συγχώρηση από τον πλησίον τους. Η ουρά πηγαίνει επ’ άπειρον, και η θέα είναι χαρά για τους αγγέλους. Πολλές καρδιές ενωμένες σε αγάπη και συγχώρηση. Και όπου υπάρχει αγάπη και συγχώρηση, εκεί είναι και ο Θεός.